ὀμφαλώδης: Difference between revisions
From LSJ
Πολλῶν ὁ καιρὸς γίγνεται διδάσκαλος → Rebus magistra plurimis occasio → Zum Lehrer wird für viele die Gelegenheit
m (Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2") |
|||
(2 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=omfalodis | |Transliteration C=omfalodis | ||
|Beta Code=o)mfalw/dhs | |Beta Code=o)mfalw/dhs | ||
|Definition= | |Definition=ὀμφαλῶδες, = [[ὀμφαλοειδής]], [[Aristotle|Arist.]]''[[Historia Animalium|HA]]''550a21, ''GA''752b2. | ||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape |
Latest revision as of 22:25, 24 November 2023
English (LSJ)
ὀμφαλῶδες, = ὀμφαλοειδής, Arist.HA550a21, GA752b2.
German (Pape)
[Seite 343] ες, = ὀμφαλοειδής, Arist. gener. anim. 3, 2.
Russian (Dvoretsky)
ὀμφᾰλώδης: пуповидный Arst.
Greek (Liddell-Scott)
ὀμφᾰλώδης: -ες, συνῃρ. ἀντὶ ὀμφαλοειδής, Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 5. 18, 6, π. Ζ. Γεν. 3. 2, 6.
Greek Monolingual
-ες (Α ὀμφαλώδης, -ῶδες) ομφαλός
ομφαλοειδής
το αρσ. ως ουσ. ο ομφαλώδης
βοτ. γένος αγγειόσπερμων δικότυλων φυτών της οικογένειας βοραγινίδες, στο οποίο ανήκουν 24 περίπου είδη της περιοχής της Μεσογείου και του Μεξικού.