ἱππαπαί: Difference between revisions

From LSJ

ψυχῆς πείρατα ἰὼν οὐκ ἂν ἐξεύροιο πᾶσαν ἐπιπορευόμενος ὁδόν· οὕτω βαθὺν λόγον ἔχει → one would never discover the limits of soul, should one traverse every road—so deep a measure does it possess

Source
(5)
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(mltxt.*?)ῑ(.*?\n\}\})" to "$1ῖ$2")
 
(4 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 1: Line 1:
{{mdlsj
|mdlsjtxt=[[ῥυππαπαί]]<br />a cry of the Ἱππεῖς, a [[parody]] of the boatmen's cry ([[ῥυππαπαί]]), Ar.
}}
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1257.png Seite 1257]] komischer Ausruf von den Pferden, nach [[ῥυππαπαί]] gebildet, Ar. Equ. 602.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1257.png Seite 1257]] komischer Ausruf von den Pferden, nach [[ῥυππαπαί]] gebildet, Ar. Equ. 602.
}}
{{elru
|elrutext='''ἱππᾰπαί:''' interj. шутл. (поощрительный возглас по созвучию с [[ῥυππαπαί]] у гребцов): ἱ., τίς ἐμβαλεῖ; Arph. Eq. 602 а ну, лошадки, кто приналяжет (на весла)?
}}
}}
{{ls
{{ls
Line 6: Line 12:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=ἱππαπαῑ (Α)<br />[[κραυγή]] τών ιππέων («ἀνεβρύαξαν, ἱππαπαῑ τίς ἐμβαλεῑ;», <b>Αριστοφ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Λογοπαίγνιο του Αριστοφάνη στην [[κωμωδία]] <i>Ίππῆς</i>, [[κατά]] το <i>ρυππαπαῑ</i>, [[κραυγή]] τών κωπηλατών].
|mltxt=ἱππαπαῑ (Α)<br />[[κραυγή]] τών ιππέων («ἀνεβρύαξαν, ἱππαπαῑ τίς ἐμβαλεῖ;», <b>Αριστοφ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Λογοπαίγνιο του Αριστοφάνη στην [[κωμωδία]] <i>Ίππῆς</i>, [[κατά]] το <i>ρυππαπαῖ</i>, [[κραυγή]] τών κωπηλατών].
}}
}}
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἱππᾰπαί:''' [[ιαχή]], [[κραυγή]] των <i>ἱππέων</i>, [[παρωδία]] της ιαχής των ναυτών ([[ῥυππαπαί]]), σε Αριστοφ.
|lsmtext='''ἱππᾰπαί:''' [[ιαχή]], [[κραυγή]] των <i>ἱππέων</i>, [[παρωδία]] της ιαχής των ναυτών ([[ῥυππαπαί]]), σε Αριστοφ.
}}
}}

Latest revision as of 14:52, 6 February 2024

Middle Liddell

ῥυππαπαί
a cry of the Ἱππεῖς, a parody of the boatmen's cry (ῥυππαπαί), Ar.

German (Pape)

[Seite 1257] komischer Ausruf von den Pferden, nach ῥυππαπαί gebildet, Ar. Equ. 602.

Russian (Dvoretsky)

ἱππᾰπαί: interj. шутл. (поощрительный возглас по созвучию с ῥυππαπαί у гребцов): ἱ., τίς ἐμβαλεῖ; Arph. Eq. 602 а ну, лошадки, кто приналяжет (на весла)?

Greek (Liddell-Scott)

ἱππᾰπαί: κραυγὴ τῶν ἱππέων, παρῳδία τῆς τῶν ναυτῶν κραυγῆς (ῥυππαπαί), Ἀριστοφ. Ἱππ. 602.

Greek Monolingual

ἱππαπαῑ (Α)
κραυγή τών ιππέων («ἀνεβρύαξαν, ἱππαπαῑ τίς ἐμβαλεῖ;», Αριστοφ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. Λογοπαίγνιο του Αριστοφάνη στην κωμωδία Ίππῆς, κατά το ρυππαπαῖ, κραυγή τών κωπηλατών].

Greek Monotonic

ἱππᾰπαί: ιαχή, κραυγή των ἱππέων, παρωδία της ιαχής των ναυτών (ῥυππαπαί), σε Αριστοφ.