μολυβδίδα: Difference between revisions
From LSJ
(25) |
m (Text replacement - "-ίδος" to "-ίδος") Tags: Mobile edit Mobile web edit |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=η (Α [[μολυβδίς]] και [[μολιβδίς]], - | |mltxt=η (Α [[μολυβδίς]] και [[μολιβδίς]], -ίδος) [[μόλυβδος]]<br />το μολύβδινο [[τεμάχιο]] που προσαρμόζεται στην [[άκρη]] της ορμιάς ή στα δίχτια για να επιτυγχάνεται η [[καταβύθιση]], η [[μολύβδαινα]]<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> το [[μολυβδοκόνδυλο]], το [[μολύβι]] [[γραφής]]<br /><b>2.</b> το [[λεπτό]] κυλινδρικό [[τεμάχιο]] γραφίτη που υπάρχει [[μέσα]] στο [[μολύβι]] [[γραφής]]<br /><b>μσν.</b><br />[[είδος]] βασανιστήριου οργάνου<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[τεμάχιο]] μολύβδου<br /><b>2.</b> μολύβδινη [[σφαίρα]] που έριχναν με [[σφεντόνα]]<br /><b>3.</b> η [[στάθμη]] τών χτιστών<br /><b>4.</b> [[βάρος]] που ισοδυναμούσε με [[επτά]] μνας. | ||
}} | }} |
Latest revision as of 14:11, 1 March 2024
Greek Monolingual
η (Α μολυβδίς και μολιβδίς, -ίδος) μόλυβδος
το μολύβδινο τεμάχιο που προσαρμόζεται στην άκρη της ορμιάς ή στα δίχτια για να επιτυγχάνεται η καταβύθιση, η μολύβδαινα
νεοελλ.
1. το μολυβδοκόνδυλο, το μολύβι γραφής
2. το λεπτό κυλινδρικό τεμάχιο γραφίτη που υπάρχει μέσα στο μολύβι γραφής
μσν.
είδος βασανιστήριου οργάνου
αρχ.
1. τεμάχιο μολύβδου
2. μολύβδινη σφαίρα που έριχναν με σφεντόνα
3. η στάθμη τών χτιστών
4. βάρος που ισοδυναμούσε με επτά μνας.