ὅρμισις: Difference between revisions

From LSJ

Θεὸς συνεργὸς πάντα ποιεῖ ῥᾳδίως → Rem facile quamvis peragit adiutor deus → Wirkt Gott als unser Partner, macht er alles leicht

Menander, Monostichoi, 237
m (LSJ1 replacement)
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b class="b3">, \(\[\[(.*?)\]\]\)<\/b>" to ", ($1)")
 
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=ormisis
|Transliteration C=ormisis
|Beta Code=o(/rmisis
|Beta Code=o(/rmisis
|Definition=-εως, ἡ<b class="b3">, ([[ὁρμίζω]])</b> [[bringing a ship to anchor]], metaph., Ael. ''Fr.''79.
|Definition=-εως, ἡ, ([[ὁρμίζω]]) [[bringing a ship to anchor]], metaph., Ael. ''Fr.''79.
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''ὅρμῐσις''': ἡ, ([[ὁρμίζω]]) τὸ προσορμίζειν ἢ φέρειν εἰς τὸν λιμένα [[πλοῖον]], ἴδε [[ὁρμίζω]] ἐν τέλει. - Ἴδε Κόντου Γλωσσ. Παρατηρ. σ. 510, καὶ Χαριτωνίδου Ποικίλα Φιλολ. τ. Α΄, σ. 183 κἑξ.
|lstext='''ὅρμῐσις''': ἡ, ([[ὁρμίζω]]) τὸ προσορμίζειν ἢ φέρειν εἰς τὸν λιμένα [[πλοῖον]], ἴδε [[ὁρμίζω]] ἐν τέλει. - Ἴδε Κόντου Γλωσσ. Παρατηρ. σ. 510, καὶ Χαριτωνίδου Ποικίλα Φιλολ. τ. Α΄, σ. 183 κἑξ.
}}
}}

Latest revision as of 10:46, 17 March 2024

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ὅρμῐσις Medium diacritics: ὅρμισις Low diacritics: όρμισις Capitals: ΟΡΜΙΣΙΣ
Transliteration A: hórmisis Transliteration B: hormisis Transliteration C: ormisis Beta Code: o(/rmisis

English (LSJ)

-εως, ἡ, (ὁρμίζω) bringing a ship to anchor, metaph., Ael. Fr.79.

Greek (Liddell-Scott)

ὅρμῐσις: ἡ, (ὁρμίζω) τὸ προσορμίζειν ἢ φέρειν εἰς τὸν λιμένα πλοῖον, ἴδε ὁρμίζω ἐν τέλει. - Ἴδε Κόντου Γλωσσ. Παρατηρ. σ. 510, καὶ Χαριτωνίδου Ποικίλα Φιλολ. τ. Α΄, σ. 183 κἑξ.