σύμπνοος: Difference between revisions
ἔξαψις σφοδρὰ μετὰ πολλῆς βίας πίπτουσα ἐπὶ γῆς → a violent flare-up falling on the ground with great force, thunder and lightning
m (Text replacement - "<b class="b2">([\w]+ [\w]+ [\w]+ [\w]+)<\/b>" to "$1") |
mNo edit summary |
||
(10 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=sympnoos | |Transliteration C=sympnoos | ||
|Beta Code=su/mpnoos | |Beta Code=su/mpnoos | ||
|Definition= | |Definition=σύμπνοον, contr. [[σύμπνους]], σύμπνουν, ([[πνοή]] [[concordant]], Plu.2.574e; [[agreeing with]], [[in accord with]], τινι ''AP''6.227 (Crin.), 11.372 (Agath.); [[accordant]], Plu.2.618d, Aret.''SA''1.10, etc.; [[animated by one spirit]], σ. καὶ σύρρουν ἐστὶ τὸ σῶμα Gal.''Nat.Fac.''1.12; [[animated by a common]] πνεῦμα, κόσμος σ. αὑτῷ Chrysipp.Stoic.2.264. | ||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0988.png Seite 988]] zsgzgn σύμπνους, mit einander oder zusammen hauchend, blasend, εὐμαθίῃ [[σύμπνοος]] κλαμος Crinag. 4 (VI, 227); übertr., übereinstimmend, sich vereinigend, σύμπνουν καὶ σημπαθῆ αὐτὸν ἑαυτῷ [[ὄντα]] Plut. de fat. 11. | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0988.png Seite 988]] zsgzgn σύμπνους, mit einander oder zusammen hauchend, blasend, εὐμαθίῃ [[σύμπνοος]] κλαμος Crinag. 4 (VI, 227); übertr., übereinstimmend, sich vereinigend, σύμπνουν καὶ σημπαθῆ αὐτὸν ἑαυτῷ [[ὄντα]] Plut. de fat. 11. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=οος, οον;<br />[[animé d'un même souffle]].<br />'''Étymologie:''' [[συμπνέω]]. | |||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''σύμπνοος:''' стяж. [[σύμπνους]] 2 [[единодушный]], [[проникнутый единством]] (ὁ [[κόσμος]] Plut.): σ. τινι Anth. [[единодушный]] с кем(чем)-л. | |||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''σύμπνοος''': -ον, συνῃρ. -πνους, ουν, (πνοὴ) ὁ ζωογονούμενος διὰ τῆς αὐτῆς πνοῆς, Πλούτ. 2. 574Ε· ὁ συμφωνῶν μετά τινος, [[σύμφωνος]], τινι Ἀνθ. Π. 6. 227., 11. 372· [[σύμφωνος]], Ἀρετ. περὶ Αἰτ. Χρον. Παθ. 1. 10, Πλούτ., κλπ. | |lstext='''σύμπνοος''': -ον, συνῃρ. -πνους, ουν, (πνοὴ) ὁ ζωογονούμενος διὰ τῆς αὐτῆς πνοῆς, Πλούτ. 2. 574Ε· ὁ συμφωνῶν μετά τινος, [[σύμφωνος]], τινι Ἀνθ. Π. 6. 227., 11. 372· [[σύμφωνος]], Ἀρετ. περὶ Αἰτ. Χρον. Παθ. 1. 10, Πλούτ., κλπ. | ||
}} | }} | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''σύμπνοος:''' -ον, συνηρ. -πνους, -ουν ([[συμπνέω]]), αυτός που αναπνέει από κοινού, που συμφωνεί με, [[ομόγνωμος]], [[ομόψυχος]], <i>τινι</i>, σε Ανθ. | |lsmtext='''σύμπνοος:''' -ον, συνηρ. -πνους, -ουν ([[συμπνέω]]), αυτός που αναπνέει από κοινού, που συμφωνεί με, [[ομόγνωμος]], [[ομόψυχος]], <i>τινι</i>, σε Ανθ. | ||
}} | }} |
Latest revision as of 12:55, 24 October 2024
English (LSJ)
σύμπνοον, contr. σύμπνους, σύμπνουν, (πνοή concordant, Plu.2.574e; agreeing with, in accord with, τινι AP6.227 (Crin.), 11.372 (Agath.); accordant, Plu.2.618d, Aret.SA1.10, etc.; animated by one spirit, σ. καὶ σύρρουν ἐστὶ τὸ σῶμα Gal.Nat.Fac.1.12; animated by a common πνεῦμα, κόσμος σ. αὑτῷ Chrysipp.Stoic.2.264.
German (Pape)
[Seite 988] zsgzgn σύμπνους, mit einander oder zusammen hauchend, blasend, εὐμαθίῃ σύμπνοος κλαμος Crinag. 4 (VI, 227); übertr., übereinstimmend, sich vereinigend, σύμπνουν καὶ σημπαθῆ αὐτὸν ἑαυτῷ ὄντα Plut. de fat. 11.
French (Bailly abrégé)
οος, οον;
animé d'un même souffle.
Étymologie: συμπνέω.
Russian (Dvoretsky)
σύμπνοος: стяж. σύμπνους 2 единодушный, проникнутый единством (ὁ κόσμος Plut.): σ. τινι Anth. единодушный с кем(чем)-л.
Greek (Liddell-Scott)
σύμπνοος: -ον, συνῃρ. -πνους, ουν, (πνοὴ) ὁ ζωογονούμενος διὰ τῆς αὐτῆς πνοῆς, Πλούτ. 2. 574Ε· ὁ συμφωνῶν μετά τινος, σύμφωνος, τινι Ἀνθ. Π. 6. 227., 11. 372· σύμφωνος, Ἀρετ. περὶ Αἰτ. Χρον. Παθ. 1. 10, Πλούτ., κλπ.
Greek Monotonic
σύμπνοος: -ον, συνηρ. -πνους, -ουν (συμπνέω), αυτός που αναπνέει από κοινού, που συμφωνεί με, ομόγνωμος, ομόψυχος, τινι, σε Ανθ.