κακομορφία: Difference between revisions
From LSJ
Κινδυνεύουσι γὰρ ὅσοι τυγχάνουσιν ὀρθῶς ἁπτόμενοι φιλοσοφίας λεληθέναι τοὺς ἄλλους ὅτι οὐδὲν ἄλλο αὐτοὶ ἐπιτηδεύουσιν ἢ ἀποθνῄσκειν τε καὶ τεθνάναι → Actually, the rest of us probably haven't realized that those who manage to pursue philosophy as it should be pursued are practicing nothing else but dying and being dead (Socrates via Plato, Phaedo 64a.5)
(6_10) |
|||
(6 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=kakomorfia | |Transliteration C=kakomorfia | ||
|Beta Code=kakomorfi/a | |Beta Code=kakomorfi/a | ||
|Definition=ἡ, | |Definition=ἡ, [[ill shape]], [[ugliness]], ''Glossaria''; ''Glossaria'' on [[δυσχλαινία]], Sch.[[Euripides|E.]]''[[Hecuba|Hec.]]''240. | ||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''κακομορφία''': ἡ, κακὴ [[μορφή]], ἀσχημία, Γλωσσ. | |lstext='''κακομορφία''': ἡ, κακὴ [[μορφή]], ἀσχημία, Γλωσσ. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=η (Α [[κακομορφία]]) [[κακόμορφος]]<br />(το αρχ. ως σχόλ. στη λ. [[δυσχλαινία]] του <b>Ευρ.</b>) κακή [[μορφή]], [[δυσμορφία]], ασχήμια. | |||
}} | }} |
Latest revision as of 07:43, 15 November 2024
English (LSJ)
ἡ, ill shape, ugliness, Glossaria; Glossaria on δυσχλαινία, Sch.E.Hec.240.
Greek (Liddell-Scott)
κακομορφία: ἡ, κακὴ μορφή, ἀσχημία, Γλωσσ.
Greek Monolingual
η (Α κακομορφία) κακόμορφος
(το αρχ. ως σχόλ. στη λ. δυσχλαινία του Ευρ.) κακή μορφή, δυσμορφία, ασχήμια.