διαπήγνυμι: Difference between revisions
From LSJ
(13_1) |
(6_6) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0595.png Seite 595]] (s. [[πήγνυμι]]), dazwischen befestigen, einfugen, übh. zusammenfügen, σχεδίας, Luc. D. Mort. 12. 5, im med. | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0595.png Seite 595]] (s. [[πήγνυμι]]), dazwischen befestigen, einfugen, übh. zusammenfügen, σχεδίας, Luc. D. Mort. 12. 5, im med. | ||
}} | |||
{{ls | |||
|lstext='''διαπήγνυμι''': ἐμπηγνύω διὰ μέσου, [[μεταξύ]], [[ἀκόντιον]] διὰ πλευρῶν Ἀντιφῶν 123. 4. ΙΙ. παγώνων καθιστῶ τι σκληρόν, Θεόφρ. π. Ἀνέμ. 54· - πρκμ. τοῦ διαπήγνυμαι, -πέπηγα, εἶμαι πεπηγώς, Ἀριστ. Θαυμασ. 67. ― Μέσ., δ. σχεδίας, ἐνεργῶ [[ὥστε]] νὰ συμπηχθῶσι, Λουκ. Νεκρ. Διαλ. 12. 5. | |||
}} | }} |
Revision as of 09:22, 5 August 2017
English (LSJ)
A fix or thrust through, ἀκόντιον διὰ πλευρῶν Antipho 3.3.5; transfix, διέπᾱξε σιδάρῳ Epigr.inPTeb.3.29 (i B.C.). II freeze hard, Thphr.Vent.54: pf. -πέπηγα, intr., to be frozen, Arist.Mir.835a30. III Med., δ. σχεδίας get them put together, Luc.DMort.12.5.
German (Pape)
[Seite 595] (s. πήγνυμι), dazwischen befestigen, einfugen, übh. zusammenfügen, σχεδίας, Luc. D. Mort. 12. 5, im med.
Greek (Liddell-Scott)
διαπήγνυμι: ἐμπηγνύω διὰ μέσου, μεταξύ, ἀκόντιον διὰ πλευρῶν Ἀντιφῶν 123. 4. ΙΙ. παγώνων καθιστῶ τι σκληρόν, Θεόφρ. π. Ἀνέμ. 54· - πρκμ. τοῦ διαπήγνυμαι, -πέπηγα, εἶμαι πεπηγώς, Ἀριστ. Θαυμασ. 67. ― Μέσ., δ. σχεδίας, ἐνεργῶ ὥστε νὰ συμπηχθῶσι, Λουκ. Νεκρ. Διαλ. 12. 5.