ἐντριβής: Difference between revisions

From LSJ

Τῆς ἐπιμελείας πάντα δοῦλα γίγνεται → Sunt cuncta ubique famula diligentiae → In der Sorgfalt Sklavendienst tritt alles ein

Menander, Monostichoi, 494
(13_5)
(6_7)
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0858.png Seite 858]] ές, an Etwas gerieben, geübt worin; πρὶν ἂν ἀρχαῖς τε καὶ νόμοισιν ἐντριβὴς φανῇ Soph. Ant. 177; τῇ τοιαύτῃ τέχνῃ Plat. Legg. VI, 769 b; Sp.; ἐντριβεῖς [[γενέσθαι]] καὶ γυμνασθῆναι vrbdt Isocr. – Sp. auch τινός, wie πληγῶν Schol. Il. 11, 559. – Adv. ἐντριβῶς, Eust.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0858.png Seite 858]] ές, an Etwas gerieben, geübt worin; πρὶν ἂν ἀρχαῖς τε καὶ νόμοισιν ἐντριβὴς φανῇ Soph. Ant. 177; τῇ τοιαύτῃ τέχνῃ Plat. Legg. VI, 769 b; Sp.; ἐντριβεῖς [[γενέσθαι]] καὶ γυμνασθῆναι vrbdt Isocr. – Sp. auch τινός, wie πληγῶν Schol. Il. 11, 559. – Adv. ἐντριβῶς, Eust.
}}
{{ls
|lstext='''ἐντρῐβής''': -ές, μεταφ. ἐκ τῆς λυδίας λίθου, ἐν ᾗ ἐντριβόμενος δοκιμάζεται ὁ [[χρυσός]], δεδοκιμασμένος ἔν τινι, πρὶν ἂν ἀρχαῖς τε καὶ νόμοισιν ἐντριβὴς φανῇ Σοφ. Ἀντιγ. 177· [[ἐντριβής]], [[ἔμπειρος]], [[ἐπεὶ]] [[ἐντριβής]] γε [[οὐδαμῶς]] [[γέγονα]] τῇ τοιαύτῃ τέχνῃ Πλάτ. Νόμοι 789Β· ἐντριβεῖς γενέσθαι... περὶ τὴν χρείαν καὶ τὴν ἐμπειρίαν αὐτῶν Ἰσοκρ. περὶ Ἀντιδ. § 187· τινὸς Σχόλ. εἰς Ἰλ. Λ. 559· πρβλ. [[παρατρίβω]].
}}
}}

Revision as of 10:00, 5 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἐντρῐβής Medium diacritics: ἐντριβής Low diacritics: εντριβής Capitals: ΕΝΤΡΙΒΗΣ
Transliteration A: entribḗs Transliteration B: entribēs Transliteration C: entrivis Beta Code: e)ntribh/s

English (LSJ)

ές, metaph. from the touchstone,

   A proved by rubbing, versed or practised in, ἀρχαῖς τε καὶ νόμοισιν ἐ. S.Ant.177; τέχνῃ Pl.Lg.769b; περί τι Isoc.15.187; πληγῶν Sch.Il.11.559.    2 ἐ. ὁδός beaten track, App.Hann.4.

German (Pape)

[Seite 858] ές, an Etwas gerieben, geübt worin; πρὶν ἂν ἀρχαῖς τε καὶ νόμοισιν ἐντριβὴς φανῇ Soph. Ant. 177; τῇ τοιαύτῃ τέχνῃ Plat. Legg. VI, 769 b; Sp.; ἐντριβεῖς γενέσθαι καὶ γυμνασθῆναι vrbdt Isocr. – Sp. auch τινός, wie πληγῶν Schol. Il. 11, 559. – Adv. ἐντριβῶς, Eust.

Greek (Liddell-Scott)

ἐντρῐβής: -ές, μεταφ. ἐκ τῆς λυδίας λίθου, ἐν ᾗ ἐντριβόμενος δοκιμάζεται ὁ χρυσός, δεδοκιμασμένος ἔν τινι, πρὶν ἂν ἀρχαῖς τε καὶ νόμοισιν ἐντριβὴς φανῇ Σοφ. Ἀντιγ. 177· ἐντριβής, ἔμπειρος, ἐπεὶ ἐντριβής γε οὐδαμῶς γέγονα τῇ τοιαύτῃ τέχνῃ Πλάτ. Νόμοι 789Β· ἐντριβεῖς γενέσθαι... περὶ τὴν χρείαν καὶ τὴν ἐμπειρίαν αὐτῶν Ἰσοκρ. περὶ Ἀντιδ. § 187· τινὸς Σχόλ. εἰς Ἰλ. Λ. 559· πρβλ. παρατρίβω.