περιπατητικός: Difference between revisions
(13_2) |
(6_11) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0586.png Seite 586]] ή, όν, zum Herumwandeln oder Spazieren gehörig, geneigt, Sp.; bes. von den Schülern des Aristoteles, peripatetische Philosophen, D. L. u. A. | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0586.png Seite 586]] ή, όν, zum Herumwandeln oder Spazieren gehörig, geneigt, Sp.; bes. von den Schülern des Aristoteles, peripatetische Philosophen, D. L. u. A. | ||
}} | |||
{{ls | |||
|lstext='''περιπᾰτητικός''': -ή, -όν, ὁ συνηθίζων νὰ περιπατῇ ἐνῷ διδάσκει ἢ συζητεῖ· [[ὅθεν]] ὁ Ἀριστοτέλ. καὶ οἱ ὀπαδοὶ [[αὐτοῦ]] ἐκαλοῦντο περιπατητικοί, (ἴδε [[περίπατος]] ΙΙ. 3, [[Λύκειον]]), Cic. Acad. Post. 1. 4, Πλούτ. 2. 1115Α, Λουκ. Ἐρμότ. 14· (περιπατικοί παρὰ τῷ Κέβητι 13)· τὰ περιπατητικά, τὰ δόγματα αὐτῶν. Κικ. πρὸς Ἀττ. 13. 19, 4. Ἐπίρρ., -κῶς, Εὐστ. Ἀποσπ. 223. 48. | |||
}} | }} |
Revision as of 10:17, 5 August 2017
English (LSJ)
ή, όν,
A of walking, δύναμις Alex. Aphr.de An.110.31. II given to walking about, esp. while teaching or disputing : of Aristotle and his followers (cf. περίπατος 11.3), Supp.Epigr.1.368.5 (Samos, iii/ii B.C.), Demetr.Lac.Herc.1055.19, Phld.Acad.Ind.p.112 M., Cic.Acad.Post.1.4.17, Ceb.13 (-πατικοί is f.l.), Plu.2.1115a, Luc.Herm.14, CIG4814c Add. (Egypt) ; τὰ π. their doctrines, Posidon.36 J., Cic.Att.13.19.4 ; ἡ π. φιλοσοφία S.E.M.11.179.
German (Pape)
[Seite 586] ή, όν, zum Herumwandeln oder Spazieren gehörig, geneigt, Sp.; bes. von den Schülern des Aristoteles, peripatetische Philosophen, D. L. u. A.
Greek (Liddell-Scott)
περιπᾰτητικός: -ή, -όν, ὁ συνηθίζων νὰ περιπατῇ ἐνῷ διδάσκει ἢ συζητεῖ· ὅθεν ὁ Ἀριστοτέλ. καὶ οἱ ὀπαδοὶ αὐτοῦ ἐκαλοῦντο περιπατητικοί, (ἴδε περίπατος ΙΙ. 3, Λύκειον), Cic. Acad. Post. 1. 4, Πλούτ. 2. 1115Α, Λουκ. Ἐρμότ. 14· (περιπατικοί παρὰ τῷ Κέβητι 13)· τὰ περιπατητικά, τὰ δόγματα αὐτῶν. Κικ. πρὸς Ἀττ. 13. 19, 4. Ἐπίρρ., -κῶς, Εὐστ. Ἀποσπ. 223. 48.