προκινδυνεύω: Difference between revisions

From LSJ

ἐν δὲ δικαιοσύνῃ συλλήβδην πᾶσ' ἀρετὴ ἔνι → in justice is all virtue found in sum, in justice is every virtue there is, in justice every virtue is brought together, justice contains in itself all the virtues

Source
(13_6a)
(6_1)
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0730.png Seite 730]] sich voran, voraus wagen, sich in einen Kampf wagen, absolut, Thuc. 7, 56 Isocr. 4, 99 Dem. u. A., wie Pol. 3, 95, 6 u. sonst; auch die in der ersten Schlachtreihe stehen, 1, 19, 9, – gew. τινός, für Einen, zu seiner Vertheidigung sich in Gefahr, in den Kampf begeben, τῆς Ἑλλάδος τῷ βαρβάρῳ, Thuc. 1, 73; Andoc. 4, 1 u. Sp., wie Luc. Tyrann. 18 u. öfter; [[ὑπέρ]] τινος, Lys. 18, 27; Isocr. 4, 62. 142; Pol. 9, 38, 4.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0730.png Seite 730]] sich voran, voraus wagen, sich in einen Kampf wagen, absolut, Thuc. 7, 56 Isocr. 4, 99 Dem. u. A., wie Pol. 3, 95, 6 u. sonst; auch die in der ersten Schlachtreihe stehen, 1, 19, 9, – gew. τινός, für Einen, zu seiner Vertheidigung sich in Gefahr, in den Kampf begeben, τῆς Ἑλλάδος τῷ βαρβάρῳ, Thuc. 1, 73; Andoc. 4, 1 u. Sp., wie Luc. Tyrann. 18 u. öfter; [[ὑπέρ]] τινος, Lys. 18, 27; Isocr. 4, 62. 142; Pol. 9, 38, 4.
}}
{{ls
|lstext='''προκινδῡνεύω''': [[διακινδυνεύω]] πρὸ ἄλλων, [[ἀγωνίζομαι]] ὡς [[πρόμαχος]], τολμῶ, [[διακινδυνεύω]], Θουκ. 7. 56, Δημ. 297. 11, πρ. στρατευόμενος ὁ αὐτ. 25. 6· ― [[μετὰ]] γεν., πρ. τοῦ πλήθους, [[ὑπομένω]] κίνδυνον [[ὑπὲρ]] τοῦ πλήθους, Ἀνδοκ. 29. 4, πρβλ. Ξεν. Ἱέρ. 10. 8· πρ. τῷ βαρβάρῳ (ἐξυπακ. τῆς Ἑλλάδος), κατὰ τοῦ βαρβάρου [[ὑπὲρ]] τῆς Ἑλλάδος, Θουκ. 1. 73· οὕτω, πρ. ὑπέρ τινος Ξεν. Ἀν. 7. 3, 31, Ὑπερείδ. Ι, 7, 21, Blass· [[ὑπὲρ]] τῆς Ἑλλάδος Ἰσοκρ. 56Α· [[ὑπὲρ]] τῆς ἐλευθερίας Λυσ. 151. 38· περὶ τῆς ἐλευθερίας Πολύβ. 9. 38, 4· ― [[μετὰ]] δοτ. τρόπου, π. τοῖς μεγίστοις ἀγῶσιν Πλουτ. Πελοπ. 19· [[προκινδυνεύω]] τοῖς Ἴβηρσι, [[μάχομαι]] πρῶτον κατὰ τῶν Ἰβήρων, Πολύβ. 3. 113, 9.
}}
}}

Revision as of 10:31, 5 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: προκινδῡνεύω Medium diacritics: προκινδυνεύω Low diacritics: προκινδυνεύω Capitals: ΠΡΟΚΙΝΔΥΝΕΥΩ
Transliteration A: prokindyneúō Transliteration B: prokindyneuō Transliteration C: prokindyneyo Beta Code: prokinduneu/w

English (LSJ)

pf.

   A -κεκινδύνευκα IG9(2).531.5 (Larissa):—run risk before others, brave the first danger, bear the brunt of battle, Th.7.56, D.18.208; π. στρατευόμενοι Id.2.24: c. gen., π. τοῦ πλήθους brave danger for the people, And.4.1, cf. X.Hier.10.8; π. τῷ βαρβάρῳ (sc. τῆς Ἑλλάδος) braved him for Greece (or, first of all), Th.1.73; π. ὑπέρ τινος X.An.7.3.31, Hyp.Dem.Fr.3; ὑπὲρ τῆς Ἑλλάδος Isoc.4.75; ὑπὲρ τῆς ἐλευθερίας Lys.18.27; περὶ τῆς ἐλευθερίας Plb.9.38.4: c. dat. modi, π. τοῖς μεγίστοις ἀγῶσιν Plu.Pel.19; π. τοῖς Ἴβηρσι open the engagement with them, Plb.3.113.9.

German (Pape)

[Seite 730] sich voran, voraus wagen, sich in einen Kampf wagen, absolut, Thuc. 7, 56 Isocr. 4, 99 Dem. u. A., wie Pol. 3, 95, 6 u. sonst; auch die in der ersten Schlachtreihe stehen, 1, 19, 9, – gew. τινός, für Einen, zu seiner Vertheidigung sich in Gefahr, in den Kampf begeben, τῆς Ἑλλάδος τῷ βαρβάρῳ, Thuc. 1, 73; Andoc. 4, 1 u. Sp., wie Luc. Tyrann. 18 u. öfter; ὑπέρ τινος, Lys. 18, 27; Isocr. 4, 62. 142; Pol. 9, 38, 4.

Greek (Liddell-Scott)

προκινδῡνεύω: διακινδυνεύω πρὸ ἄλλων, ἀγωνίζομαι ὡς πρόμαχος, τολμῶ, διακινδυνεύω, Θουκ. 7. 56, Δημ. 297. 11, πρ. στρατευόμενος ὁ αὐτ. 25. 6· ― μετὰ γεν., πρ. τοῦ πλήθους, ὑπομένω κίνδυνον ὑπὲρ τοῦ πλήθους, Ἀνδοκ. 29. 4, πρβλ. Ξεν. Ἱέρ. 10. 8· πρ. τῷ βαρβάρῳ (ἐξυπακ. τῆς Ἑλλάδος), κατὰ τοῦ βαρβάρου ὑπὲρ τῆς Ἑλλάδος, Θουκ. 1. 73· οὕτω, πρ. ὑπέρ τινος Ξεν. Ἀν. 7. 3, 31, Ὑπερείδ. Ι, 7, 21, Blass· ὑπὲρ τῆς Ἑλλάδος Ἰσοκρ. 56Α· ὑπὲρ τῆς ἐλευθερίας Λυσ. 151. 38· περὶ τῆς ἐλευθερίας Πολύβ. 9. 38, 4· ― μετὰ δοτ. τρόπου, π. τοῖς μεγίστοις ἀγῶσιν Πλουτ. Πελοπ. 19· προκινδυνεύω τοῖς Ἴβηρσι, μάχομαι πρῶτον κατὰ τῶν Ἰβήρων, Πολύβ. 3. 113, 9.