συναιχμαλωτίς: Difference between revisions

From LSJ

ἄνδρες τεθνᾶσιν ἐκ χερῶν αὐτοκτόνων → the men are dead, murdered by their very own hands | dead are our chiefs by fratricidal hands | by kindred hands and mutual murder slain | their hands have killed each other

Source
(b)
 
(6_12)
Line 1: Line 1:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0997.png Seite 997]] ίδος, ἡ bes. fem. zum Folgdn.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0997.png Seite 997]] ίδος, ἡ bes. fem. zum Folgdn.
}}
{{ls
|lstext='''συναιχμαλωτίς''': -ίδος, οὐχὶ συναιχμάλωτις, ιδος, ἡ, θηλ. τοῦ [[συναιχμάλωτος]], Κόνων. Διηγήσ. ἐν Φωτ. Βιβλιοθ. σελ. 133, 8. ― Ἴδε Χ. Χαριτωνίδου Ποικίλα Φιλολογικὰ σ. 340-1.
}}
}}

Revision as of 11:11, 5 August 2017

German (Pape)

[Seite 997] ίδος, ἡ bes. fem. zum Folgdn.

Greek (Liddell-Scott)

συναιχμαλωτίς: -ίδος, οὐχὶ συναιχμάλωτις, ιδος, ἡ, θηλ. τοῦ συναιχμάλωτος, Κόνων. Διηγήσ. ἐν Φωτ. Βιβλιοθ. σελ. 133, 8. ― Ἴδε Χ. Χαριτωνίδου Ποικίλα Φιλολογικὰ σ. 340-1.