χρυσελεφαντήλεκτρος: Difference between revisions

From LSJ

αἰὲν ἀριστεύειν καὶ ὑπείροχον ἔμμεναι ἄλλων → always strive for excellence and prevail over others (Iliad 6.208, 11.784)

Source
(6_18)
(Bailly1_5)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''χρῡσελεφαντήλεκτρος''': -ον, ὁ κεκοσμημένος διὰ χρυσοῦ, ἐλέφαντος καὶ ἠλέκτρου, ἀσπὶς Ἐπίγραμμ. ἐν Πλουτ. Τιμολ. 31.
|lstext='''χρῡσελεφαντήλεκτρος''': -ον, ὁ κεκοσμημένος διὰ χρυσοῦ, ἐλέφαντος καὶ ἠλέκτρου, ἀσπὶς Ἐπίγραμμ. ἐν Πλουτ. Τιμολ. 31.
}}
{{bailly
|btext=ος, ον :<br />fait <i>ou</i> incrusté d’or, d’ivoire et de vermeil.<br />'''Étymologie:''' [[χρυσός]], [[ἐλέφας]], [[ἤλεκτρον]].
}}
}}

Revision as of 19:29, 9 August 2017

English (LSJ)

ον,

   A of gold, ivory, and electrum, overlaid therewith, ἀσπίς Epigr. ap. Plu. Tim.31.

German (Pape)

[Seite 1379] von Gold, Elfenbein u. Elektron, damit ausgelegt, ἀσπίς Ep. ad. 606 (App. 330).

Greek (Liddell-Scott)

χρῡσελεφαντήλεκτρος: -ον, ὁ κεκοσμημένος διὰ χρυσοῦ, ἐλέφαντος καὶ ἠλέκτρου, ἀσπὶς Ἐπίγραμμ. ἐν Πλουτ. Τιμολ. 31.

French (Bailly abrégé)

ος, ον :
fait ou incrusté d’or, d’ivoire et de vermeil.
Étymologie: χρυσός, ἐλέφας, ἤλεκτρον.