προσλαγχάνω: Difference between revisions
From LSJ
ἐς δὲ τὰ ἔσχατα νουσήματα αἱ ἔσχαται θεραπεῖαι ἐς ἀκριβείην, κράτισται → for extreme diseases, extreme methods of cure, as to restriction, are most suitable (Corpus Hippocraticum, Aphorisms 1.6.2)
(6_23) |
(Bailly1_4) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''προσλαγχάνω''': κινῶ ἀγωγὴν [[προσέτι]], δίκην προσείληχεν, ἔχει κινήσῃ ἀγωγὴν [[προσέτι]] [[ἐναντίον]] ἡμῶν, Δημ. 884. 26, πρβλ Πλουτ. Περικλ. 36. | |lstext='''προσλαγχάνω''': κινῶ ἀγωγὴν [[προσέτι]], δίκην προσείληχεν, ἔχει κινήσῃ ἀγωγὴν [[προσέτι]] [[ἐναντίον]] ἡμῶν, Δημ. 884. 26, πρβλ Πλουτ. Περικλ. 36. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=<i>ao.2</i> προσέλαχον, <i>pf.</i> προσείληχα;<br />intenter : [[δίκην]], un procès.<br />'''Étymologie:''' [[πρός]], [[λαγχάνω]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 19:30, 9 August 2017
English (LSJ)
A obtain by lot besides: δίκην προσείληχεν has brought an action against us besides, D.32.9, cf. Plu.Per.36; ῥᾳδίαν τὴν φυγὴν π. Procop.Gaz.p.161 B.
German (Pape)
[Seite 771] (s. λαγχάνω), noch dazu erlosen; ἡμῖν δίκην προσείληχεν, noch dazu verklagen, Dem. 32, 9; Plut. Vgl. λαγχάνω.
Greek (Liddell-Scott)
προσλαγχάνω: κινῶ ἀγωγὴν προσέτι, δίκην προσείληχεν, ἔχει κινήσῃ ἀγωγὴν προσέτι ἐναντίον ἡμῶν, Δημ. 884. 26, πρβλ Πλουτ. Περικλ. 36.
French (Bailly abrégé)
ao.2 προσέλαχον, pf. προσείληχα;
intenter : δίκην, un procès.
Étymologie: πρός, λαγχάνω.