διάρκεια: Difference between revisions

From LSJ

βάκτρῳ δ' ἐρείδου περιφερῆ στίβον χθονός → support with a staff your steps that waver on the ground

Source
(6_9)
(Bailly1_2)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''διάρκεια''': ἡ, [[ἐπάρκεια]], τροφῆς Θεόφρ. Αἰτ. Φ. 1. 11, 6. 2) [[παράτασις]], [[συνέχεια]], [[διάρκεια]], πνεύματος Ἑρμογ.
|lstext='''διάρκεια''': ἡ, [[ἐπάρκεια]], τροφῆς Θεόφρ. Αἰτ. Φ. 1. 11, 6. 2) [[παράτασις]], [[συνέχεια]], [[διάρκεια]], πνεύματος Ἑρμογ.
}}
{{bailly
|btext=ας (ἡ) :<br />suffisance.<br />'''Étymologie:''' [[διαρκής]].
}}
}}

Revision as of 19:37, 9 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: διάρκεια Medium diacritics: διάρκεια Low diacritics: διάρκεια Capitals: ΔΙΑΡΚΕΙΑ
Transliteration A: diárkeia Transliteration B: diarkeia Transliteration C: diarkeia Beta Code: dia/rkeia

English (LSJ)

ἡ,

   A sufficiency, τῆς τροφῆς Thphr.CP1.11.6.

German (Pape)

[Seite 599] ἡ, die Hinlänglichkeit, Ausdauer, τῆς τροφῆς, Theophr.

Greek (Liddell-Scott)

διάρκεια: ἡ, ἐπάρκεια, τροφῆς Θεόφρ. Αἰτ. Φ. 1. 11, 6. 2) παράτασις, συνέχεια, διάρκεια, πνεύματος Ἑρμογ.

French (Bailly abrégé)

ας (ἡ) :
suffisance.
Étymologie: διαρκής.