Μαραθών: Difference between revisions
τὸ μὴ γενέσθαι κρεῖσσον ἢ φῦναι βροτοῖς → not existing is better for mortals than being born, not to be born is better than life for mortals
(6_22) |
(Bailly1_3) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''Μᾰρᾰθών''': -ῶνος, ὁ, ([[μάραθον]]), [[δῆμος]] κατὰ τὴν Ἀνατολικὴν παραλίαν τῆς Ἀττικῆς, πιθανῶς κληθεὶς [[οὕτως]] ὡς [[κατάφυτος]], ἐκ μαράθου (Στράβ. 160), πρῶτον μνημονεύεται ἐν Ὀδ. Η. 80, ἀκολούθως ἐν Ἡροδ. 1. 62., 6. 111, κτλ.· ἡ ἐν Μ. [[μάχη]] Ἡρόδ.· [[ὡσαύτως]] τὰ Μαραθώνια, Διον Ἁλ. 5. 17· - Μαραθῶνι = ἐν Μαραθῶνι Ἀριστοφ. Ἱππ. 781, κτλ.· Μαραθῶνάδε = εἰς Μαραθῶνα, Ἀνδοκ. 14. 32. | |lstext='''Μᾰρᾰθών''': -ῶνος, ὁ, ([[μάραθον]]), [[δῆμος]] κατὰ τὴν Ἀνατολικὴν παραλίαν τῆς Ἀττικῆς, πιθανῶς κληθεὶς [[οὕτως]] ὡς [[κατάφυτος]], ἐκ μαράθου (Στράβ. 160), πρῶτον μνημονεύεται ἐν Ὀδ. Η. 80, ἀκολούθως ἐν Ἡροδ. 1. 62., 6. 111, κτλ.· ἡ ἐν Μ. [[μάχη]] Ἡρόδ.· [[ὡσαύτως]] τὰ Μαραθώνια, Διον Ἁλ. 5. 17· - Μαραθῶνι = ἐν Μαραθῶνι Ἀριστοφ. Ἱππ. 781, κτλ.· Μαραθῶνάδε = εἰς Μαραθῶνα, Ἀνδοκ. 14. 32. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ῶνος (ὁ) :<br />Marathon (<i>auj.</i> Marathonas) <i>village et dème attique de la tribu Æantide, sur la côte SE de l’Attique</i>.<br />'''Étymologie:''' cf. [[μάραθον]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 19:43, 9 August 2017
English (LSJ)
ῶνος, ὁ, also ἡ, Pi.O.13.110: (μάραθον):—Marathon, so called from its being
A overgrown with fennel (Str.3.4.9), Od.7.80, Hdt. 1.62, etc.: Μαραθῶνι at M., Ar.Eq.781, etc.; Μαραθῶνάδε to M., And.1.107; Μαραθωνόθεν from M., Aristid.2.218J.:—Adj. Μᾰρᾰθώνιος, α, ον; Μ., τά, festival in celebration of the victory of Marathon, D.H.5.17.
Greek (Liddell-Scott)
Μᾰρᾰθών: -ῶνος, ὁ, (μάραθον), δῆμος κατὰ τὴν Ἀνατολικὴν παραλίαν τῆς Ἀττικῆς, πιθανῶς κληθεὶς οὕτως ὡς κατάφυτος, ἐκ μαράθου (Στράβ. 160), πρῶτον μνημονεύεται ἐν Ὀδ. Η. 80, ἀκολούθως ἐν Ἡροδ. 1. 62., 6. 111, κτλ.· ἡ ἐν Μ. μάχη Ἡρόδ.· ὡσαύτως τὰ Μαραθώνια, Διον Ἁλ. 5. 17· - Μαραθῶνι = ἐν Μαραθῶνι Ἀριστοφ. Ἱππ. 781, κτλ.· Μαραθῶνάδε = εἰς Μαραθῶνα, Ἀνδοκ. 14. 32.
French (Bailly abrégé)
ῶνος (ὁ) :
Marathon (auj. Marathonas) village et dème attique de la tribu Æantide, sur la côte SE de l’Attique.
Étymologie: cf. μάραθον.