θυοσκέω: Difference between revisions

From LSJ

Μακάριόν ἐστιν υἱὸν εὔτακτον τρέφειν → Felicitas eximia sapiens filius → Ein Glück ist's, einen Sohn, der brav ist, großzuziehn

Menander, Monostichoi, 342
(6_2)
(Bailly1_3)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''θυοσκέω''': [[προσφέρω]] ὁλοκαυτώματα, διὰ πυρὸς θυσίας, Ἡσύχ.· [[ὁπόθεν]] διορθοῦται ἐν Αἰσχύλ. Ἀγ. 87, περίπεμπτα θυοσκεῖς, [[ἔνθα]] τὸ Μεδ. Ἀντίγρ. θυοσκινεῖς· - ἂν καὶ ἡ γραφὴ θυοσκεῖς [[εἶναι]] ὀρθή, φαίνεται ὅτι κεῖται ἀντὶ τοῦ θυοσκοεῖς (ἐκ τοῦ ἑπομ.).
|lstext='''θυοσκέω''': [[προσφέρω]] ὁλοκαυτώματα, διὰ πυρὸς θυσίας, Ἡσύχ.· [[ὁπόθεν]] διορθοῦται ἐν Αἰσχύλ. Ἀγ. 87, περίπεμπτα θυοσκεῖς, [[ἔνθα]] τὸ Μεδ. Ἀντίγρ. θυοσκινεῖς· - ἂν καὶ ἡ γραφὴ θυοσκεῖς [[εἶναι]] ὀρθή, φαίνεται ὅτι κεῖται ἀντὶ τοῦ θυοσκοεῖς (ἐκ τοῦ ἑπομ.).
}}
{{bailly
|btext=-ῶ :<br /><i>c.</i> [[θυοσκοέω]].
}}
}}

Revision as of 19:44, 9 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: θῠοσκέω Medium diacritics: θυοσκέω Low diacritics: θυοσκέω Capitals: ΘΥΟΣΚΕΩ
Transliteration A: thyoskéō Transliteration B: thyoskeō Transliteration C: thyoskeo Beta Code: quoske/w

English (LSJ)

   A make burnt-offerings, Hsch.; περίπεμπτα θυοσκεῖς prob. in A.Ag.87 (θυοσκινεῖς codd.). (For θυο-σκοέω, cf. sq.)

Greek (Liddell-Scott)

θυοσκέω: προσφέρω ὁλοκαυτώματα, διὰ πυρὸς θυσίας, Ἡσύχ.· ὁπόθεν διορθοῦται ἐν Αἰσχύλ. Ἀγ. 87, περίπεμπτα θυοσκεῖς, ἔνθα τὸ Μεδ. Ἀντίγρ. θυοσκινεῖς· - ἂν καὶ ἡ γραφὴ θυοσκεῖς εἶναι ὀρθή, φαίνεται ὅτι κεῖται ἀντὶ τοῦ θυοσκοεῖς (ἐκ τοῦ ἑπομ.).

French (Bailly abrégé)

-ῶ :
c. θυοσκοέω.