ἀποχάραξις: Difference between revisions

From LSJ

οὐκ ἐν τῷ πολλῷ τὸ εὖ, ἀλλ' ἐν τῷ εὖ τὸ πολύgood is not found in plenty but plenty in good, quality matters more than quantity

Source
(6_8)
(Bailly1_1)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀποχάραξις''': -εως, ἡ, [[ἐντομή]], «χαραγματιά», πολλὰς ἀποχαράξεις λαμβάνοντα (τὸν κῶνον) βαθμοειδεῖς καὶ τραχύτητας Πλούτ. 2. 1709Ε, [[ἀμυχή]], «τσουγκράνισμα», Γαλην. τ. 10. σ. 448.
|lstext='''ἀποχάραξις''': -εως, ἡ, [[ἐντομή]], «χαραγματιά», πολλὰς ἀποχαράξεις λαμβάνοντα (τὸν κῶνον) βαθμοειδεῖς καὶ τραχύτητας Πλούτ. 2. 1709Ε, [[ἀμυχή]], «τσουγκράνισμα», Γαλην. τ. 10. σ. 448.
}}
{{bailly
|btext=εως (ἡ) :<br />incision.<br />'''Étymologie:''' [[ἀπό]], [[χαράσσω]].
}}
}}

Revision as of 19:48, 9 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀποχάραξις Medium diacritics: ἀποχάραξις Low diacritics: αποχάραξις Capitals: ΑΠΟΧΑΡΑΞΙΣ
Transliteration A: apocháraxis Transliteration B: apocharaxis Transliteration C: apocharaksis Beta Code: a)poxa/racis

English (LSJ)

[χᾰ], εως, ἡ,

   A incision, πολλὰς -ξεις λαμβάνειν Democr. 155; scarification, Gal.11.305,al.    II enclosure, Haussoullier Milet p.187, cf.Rev.Phil.44.251,264.

German (Pape)

[Seite 336] ἡ, eingedrückte Spur, Einschnitt, Plut.

Greek (Liddell-Scott)

ἀποχάραξις: -εως, ἡ, ἐντομή, «χαραγματιά», πολλὰς ἀποχαράξεις λαμβάνοντα (τὸν κῶνον) βαθμοειδεῖς καὶ τραχύτητας Πλούτ. 2. 1709Ε, ἀμυχή, «τσουγκράνισμα», Γαλην. τ. 10. σ. 448.

French (Bailly abrégé)

εως (ἡ) :
incision.
Étymologie: ἀπό, χαράσσω.