ὑπομνηματισμός: Difference between revisions

From LSJ

Ὁ μὴ δαρεὶς ἄνθρωπος οὐ παιδεύεται → Male eruditur ille, qui non vapulat → nicht recht erzogen wird ein nicht geschundner Mensch

Menander, Monostichoi, 422
(6_14)
(Bailly1_5)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ὑπομνημᾰτισμός''': ὁ, [[σημείωσις]], [[ὑπόμνημα]], Πολύβ. 24. 2, 4., 26. 7, 5, Συλλ. Ἐπιγρ. 4474. 16· - [[ἀπόφασις]] τοῦ Ἀρείου Πάγου, [[ἐπειδὴ]] αἱ ἀποφάσεις αὗται ἦσαν γραπταὶ ἢ ἐτηροῦντο γραπταί, Κικ. Fam. 13. 1, 5, πρὸς Ἀττ. 5. 11, 6. 2) = [[ὑπόμνημα]], ΙΙ. 3, ἀπομνημονεύματα, χρονικά, Πολύβ. 2. 40, 4· φιλολογικὰ ὑπομνήματα, Στοβ. Ἐκλογ. 2. 90, κλπ. 3) σχόλια ἑρμηνευτικὰ εἰς συγγραφέα, Εὐστ. 746. 30.
|lstext='''ὑπομνημᾰτισμός''': ὁ, [[σημείωσις]], [[ὑπόμνημα]], Πολύβ. 24. 2, 4., 26. 7, 5, Συλλ. Ἐπιγρ. 4474. 16· - [[ἀπόφασις]] τοῦ Ἀρείου Πάγου, [[ἐπειδὴ]] αἱ ἀποφάσεις αὗται ἦσαν γραπταὶ ἢ ἐτηροῦντο γραπταί, Κικ. Fam. 13. 1, 5, πρὸς Ἀττ. 5. 11, 6. 2) = [[ὑπόμνημα]], ΙΙ. 3, ἀπομνημονεύματα, χρονικά, Πολύβ. 2. 40, 4· φιλολογικὰ ὑπομνήματα, Στοβ. Ἐκλογ. 2. 90, κλπ. 3) σχόλια ἑρμηνευτικὰ εἰς συγγραφέα, Εὐστ. 746. 30.
}}
{{bailly
|btext=οῦ (ὁ) :<br />décision enregistrée, <i>particul.</i> décision judiciaire de l’Aréopage.<br />'''Étymologie:''' [[ὑπομνηματίζομαι]].
}}
}}

Revision as of 20:03, 9 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ὑπομνημᾰτισμός Medium diacritics: ὑπομνηματισμός Low diacritics: υπομνηματισμός Capitals: ΥΠΟΜΝΗΜΑΤΙΣΜΟΣ
Transliteration A: hypomnēmatismós Transliteration B: hypomnēmatismos Transliteration C: ypomnimatismos Beta Code: u(pomnhmatismo/s

English (LSJ)

ὁ,

   A memorandum, of a shoppinglist, PFreib.ap.Wilcken ad UPZ62.12 (Ptolemaic); minute, Plb.23.2.4, 25.4.5; royal decree, OGI262.3 (Baetocaece); στρατηγοῦ (in Roman Egypt) his official diary, in pl., Sammelb.7404 ii 31 (ii A. D.), Wilcken Chr.41i1, iv 1, VI (iii A. D.); of other officials, e. g. ἐπιστρατήγου PSI10.1100.1 (ii A. D.); ἀναγραφὴ -ισμῶν list (register) of records, PLips.123.2 (ii A. D.); a decree of the Areopagus, because these were kept as written records, Cic.Fam.13.1.5, Att.5.11.6, IG 22.3952,4012, 42(1).83.18 (Epid., i A. D.), SIG1008.2 (Eleusis, iii A. D.).    b note-taking, Ath.Med. ap. Orib.inc.21.6.    2 = ὑπόμνημα 11.3, memoirs, annals, Plb.2.40.4; treatise, Phld.Rh.1.120 S., al., Stob.2.7.5, etc.    3 commentary on an author, Eust.746.29.

German (Pape)

[Seite 1226] ὁ, 1) das Aufschreiben, bes. geschichtlicher Memoiren, Pol. 2, 40, 4. 24, 2,4. Im plur. bes. Erklärungsschrift über einen Schriftsteller, Commentar, D. Hal., Eustath. u. a. Gramm. – 2) ein Beschluß des Areopags, weil diese schriftlich aufgezeichnet wurden, Cic. famil. 13, 1 Att. 5, 11.

Greek (Liddell-Scott)

ὑπομνημᾰτισμός: ὁ, σημείωσις, ὑπόμνημα, Πολύβ. 24. 2, 4., 26. 7, 5, Συλλ. Ἐπιγρ. 4474. 16· - ἀπόφασις τοῦ Ἀρείου Πάγου, ἐπειδὴ αἱ ἀποφάσεις αὗται ἦσαν γραπταὶ ἢ ἐτηροῦντο γραπταί, Κικ. Fam. 13. 1, 5, πρὸς Ἀττ. 5. 11, 6. 2) = ὑπόμνημα, ΙΙ. 3, ἀπομνημονεύματα, χρονικά, Πολύβ. 2. 40, 4· φιλολογικὰ ὑπομνήματα, Στοβ. Ἐκλογ. 2. 90, κλπ. 3) σχόλια ἑρμηνευτικὰ εἰς συγγραφέα, Εὐστ. 746. 30.

French (Bailly abrégé)

οῦ (ὁ) :
décision enregistrée, particul. décision judiciaire de l’Aréopage.
Étymologie: ὑπομνηματίζομαι.