ὑποπτυχίς: Difference between revisions
From LSJ
(6_12) |
(Bailly1_5) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ὑποπτῠχίς''': -ίδος, ἡ, «τὸ [[μέρος]] [[ὅπου]] πτύσεται ὁ θώραξ παρὰ τὸν βουβῶνα» (Κοραῆς), ἀκοντισθεὶς μὲν ὑπὸ τὴν ὑποπτυχίδα τοῦ θώρακος οὐκ ἐτρώθη Πλουτ. Ἀλέξ. 16. | |lstext='''ὑποπτῠχίς''': -ίδος, ἡ, «τὸ [[μέρος]] [[ὅπου]] πτύσεται ὁ θώραξ παρὰ τὸν βουβῶνα» (Κοραῆς), ἀκοντισθεὶς μὲν ὑπὸ τὴν ὑποπτυχίδα τοῦ θώρακος οὐκ ἐτρώθη Πλουτ. Ἀλέξ. 16. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ίδος (ἡ) :<br />pli en dessous ; θώρακος PLUT défaut de la cuirasse.<br />'''Étymologie:''' [[ὑπό]], [[πτύσσω]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 20:12, 9 August 2017
English (LSJ)
ίδος, ἡ,
A joint, τοῦ θώρακος Plu.Alex.16.
German (Pape)
[Seite 1230] ίδος, ἡ, Falte, Fuge, θώρακος, Plut. Alex. 16.
Greek (Liddell-Scott)
ὑποπτῠχίς: -ίδος, ἡ, «τὸ μέρος ὅπου πτύσεται ὁ θώραξ παρὰ τὸν βουβῶνα» (Κοραῆς), ἀκοντισθεὶς μὲν ὑπὸ τὴν ὑποπτυχίδα τοῦ θώρακος οὐκ ἐτρώθη Πλουτ. Ἀλέξ. 16.
French (Bailly abrégé)
ίδος (ἡ) :
pli en dessous ; θώρακος PLUT défaut de la cuirasse.
Étymologie: ὑπό, πτύσσω.