ματροπόλος: Difference between revisions

From LSJ

κρατίστην εἶναι δημοκρατίαν τὴν μήτε πλουσίους ἄγαν μήτε πένητας ἔχουσαν πολίτας → the best democracy is that in which the citizens are neither very rich nor very poor (Thales/Plutarch)

Source
(sl1_repeat)
(slb)
Line 1: Line 1:
{{bailly
{{bailly
|btext=<i>dor. c.</i> [[μητροπόλος]].
|btext=<i>dor. c.</i> [[μητροπόλος]].
}}
{{Slater
|sltr=<b>μᾱτροπόλος, -ον</b><br />&nbsp;&nbsp;&nbsp;<b>1</b> attending to mothers ματροπόλῳ σὺν Ἐλειθυίᾳ (καταχρηστικῶς Schr., Pyth. Comm.) (P. 3.9)
}}
}}
{{Slater
{{Slater
|sltr=<b>μᾱτροπόλος, -ον</b><br />&nbsp;&nbsp;&nbsp;<b>1</b> attending to mothers ματροπόλῳ σὺν Ἐλειθυίᾳ (καταχρηστικῶς Schr., Pyth. Comm.) (P. 3.9)
|sltr=<b>μᾱτροπόλος, -ον</b><br />&nbsp;&nbsp;&nbsp;<b>1</b> attending to mothers ματροπόλῳ σὺν Ἐλειθυίᾳ (καταχρηστικῶς Schr., Pyth. Comm.) (P. 3.9)
}}
}}

Revision as of 12:35, 17 August 2017

French (Bailly abrégé)

dor. c. μητροπόλος.

English (Slater)

μᾱτροπόλος, -ον
   1 attending to mothers ματροπόλῳ σὺν Ἐλειθυίᾳ (καταχρηστικῶς Schr., Pyth. Comm.) (P. 3.9)

English (Slater)

μᾱτροπόλος, -ον
   1 attending to mothers ματροπόλῳ σὺν Ἐλειθυίᾳ (καταχρηστικῶς Schr., Pyth. Comm.) (P. 3.9)