Ἀρκάς: Difference between revisions
Εἴκειν δ' οὐκ ἐπίσταται κακοῖς → You don't know how to yield to your misfortunes
(Autenrieth) |
(21) |
||
Line 7: | Line 7: | ||
{{Autenrieth | {{Autenrieth | ||
|auten=άδος: Arcadian, [[inhabitant]] of [[Arcadia]], Il. 2.611. | |auten=άδος: Arcadian, [[inhabitant]] of [[Arcadia]], Il. 2.611. | ||
}} | |||
{{Slater | |||
|sltr=<b>Ἀρκᾰς</b> <br /> <b>1</b> Arcadian (Αἴπυτος)ὃς [[ἀνδρῶν]] Ἀρκάδων ἄνασσε Φαισάνᾳ (O. 6.34) ὅσα τ' Ἀρκάσινἀνάσσων μαρτυρήσει Λυκαίου βωμὸς [[ἄναξ]] (Ἀρκάσι βάσσαις coni. Bergk: locus non sanatus) (O. 13.107) pro subs. οἱ δ' Ἀρκάδες (O. 9.68) | |||
}} | }} |
Revision as of 13:56, 17 August 2017
Greek (Liddell-Scott)
Ἀρκάς: -άδος, ὁ, ὁ κάτοικος τῆς Ἀρκαδίας, πληθ. Ἀρκάδες, Ἰλ. Β. 611· ὡσαύτως ὡς ἐπίθ. ὁ, ἡ, Ἀρκὰς κυνῆ, «Ἀρκαδικὸς πῖλος» Ἡσύχ. (Σόφ. Ἀποσπ. (251) 262): ― Ἀρκᾰδία, ἡ, ἡ χώρα, Ἰλ.· ἐντεῦθεν -ίηνδε Ἀπολλ. Ρόδ. Β. 1052· -ίηθεν ὁ αὐτ. Α. 161· Ἀρκᾰδικός, ή, όν, ὁ ἐξ Ἀρκαδίας, Μένανδ. ἐν «Τροφωνίῳ» 1. 8.
French (Bailly abrégé)
άδος (ὁ, ἡ)
1 roi des Arcadiens;
2 Arcadien ; οἱ Ἀρκάδες les Arcadiens.
Étymologie: DELG ἄρκτος ; les Arcadiens se considéraient comme descendants de l’ourse Callisto et allaient au combat revêtus d’une peau d’ours.
English (Autenrieth)
άδος: Arcadian, inhabitant of Arcadia, Il. 2.611.
English (Slater)
Ἀρκᾰς
1 Arcadian (Αἴπυτος)ὃς ἀνδρῶν Ἀρκάδων ἄνασσε Φαισάνᾳ (O. 6.34) ὅσα τ' Ἀρκάσινἀνάσσων μαρτυρήσει Λυκαίου βωμὸς ἄναξ (Ἀρκάσι βάσσαις coni. Bergk: locus non sanatus) (O. 13.107) pro subs. οἱ δ' Ἀρκάδες (O. 9.68)