Φόρκος: Difference between revisions

From LSJ

τὰ σῦκα σῦκα, τὴν σκάφην δὲ σκάφην ὀνομάζειν → call a spade a spade | speak the truth | speak straight from the shoulder | give it straight from the shoulder | give the straight goods | not to mince matters | not to mince words | not mince words | call things by their right names | call a spade a spade and a shovel a shovel | call a shovel a shovel | call a spade a spade, not a big spoon

Source
m (Text replacement - "{{Slater\n(.*?)\n}}" to "")
(SL_2)
Line 1: Line 1:
{{ls
{{ls
|lstext='''Φόρκος''': ὁ, = [[Φόρκυς]], Πινδ. Π. 12. 24, Σοφ. Ἀποσπ. 407. ΙΙ. = [[Ἔρεβος]], Λατ. Orcus, Φανοκλ. 1. 20, καὶ [[αὐτόθι]] Bach.· ἴδε Müller Orchom. σ. 155, Welcker Αἰσχύλ. Τριλογ. σ. 383, πρβλ. τὸ ἑπόμ. ΙΙ.
|lstext='''Φόρκος''': ὁ, = [[Φόρκυς]], Πινδ. Π. 12. 24, Σοφ. Ἀποσπ. 407. ΙΙ. = [[Ἔρεβος]], Λατ. Orcus, Φανοκλ. 1. 20, καὶ [[αὐτόθι]] Bach.· ἴδε Müller Orchom. σ. 155, Welcker Αἰσχύλ. Τριλογ. σ. 383, πρβλ. τὸ ἑπόμ. ΙΙ.
}}
{{Slater
|sltr=[[Φόρκος]] [[father]] of the Gorgons and Graiai. [[ἤτοι]] τό τε θεσπέσιον Φόρκοἰ ἀμαύρωσεν [[γένος]] (sc. [[Περσεύς]]) (P. 12.13) ]Φόρκοιο, σύγγονον πατέρων (cf. v. 5, πατέρα Γοργόνων) Δ. 1. 17.
}}
}}

Revision as of 14:43, 17 August 2017

Greek (Liddell-Scott)

Φόρκος: ὁ, = Φόρκυς, Πινδ. Π. 12. 24, Σοφ. Ἀποσπ. 407. ΙΙ. = Ἔρεβος, Λατ. Orcus, Φανοκλ. 1. 20, καὶ αὐτόθι Bach.· ἴδε Müller Orchom. σ. 155, Welcker Αἰσχύλ. Τριλογ. σ. 383, πρβλ. τὸ ἑπόμ. ΙΙ.

English (Slater)

Φόρκος father of the Gorgons and Graiai. ἤτοι τό τε θεσπέσιον Φόρκοἰ ἀμαύρωσεν γένος (sc. Περσεύς) (P. 12.13) ]Φόρκοιο, σύγγονον πατέρων (cf. v. 5, πατέρα Γοργόνων) Δ. 1. 17.