διέρεισμα: Difference between revisions
From LSJ
(6_21) |
(big3_11) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''διέρεισμα''': τό, [[ὑποστήριγμα]], Συλλ. Ἐπιγρ. 150. § 6, σ. 235. | |lstext='''διέρεισμα''': τό, [[ὑποστήριγμα]], Συλλ. Ἐπιγρ. 150. § 6, σ. 235. | ||
}} | |||
{{DGE | |||
|dgtxt=-ματος, τό<br /><b class="num">1</b> [[soporte]] θυμιατήριον ... χαλκᾶ διερείσματα ἔχον <i>IG</i> 1<sup>3</sup>.342.6 (V a.C.), cf. 2<sup>2</sup>.1384.4 (V/IV a.C.), 1436.44 (IV a.C.), κανōν ... χαλκᾶ διερείσματ' ἔχον <i>IG</i> 2<sup>2</sup>.1425.83, 1421.39 (ambas IV a.C.), διερε<ί>σματα τῶν Νικῶν <i>IG</i> 2<sup>2</sup>.1425.382 (IV a.C.).<br /><b class="num">2</b> arq. prob. [[vigueta]] que va de pared a pared para sostener una plancha, el techo o un andamiaje διερείσας διερείσματα εἰς τοὺς ἰκριωτῆρας <i>IG</i> 2<sup>2</sup>.1668.80, cf. 68, 70 (IV a.C.), ξύλον εἰς τὸ πρόδομον τοῦ ναοῦ τοῦ Ἀπόλλωνος δ. <i>IG</i> 11(2).287A.84 (Delos III a.C.). | |||
}} | }} |
Revision as of 12:09, 21 August 2017
English (LSJ)
ατος, τό,
A supporting beam, IG2.1054.68, 11(2).287 A 84 (Delos, iii B. C.); also δ. χαλκᾶ ib.2.652A25.
German (Pape)
[Seite 620] τό, Stütze, Phot. lex. v. κνημία.
Greek (Liddell-Scott)
διέρεισμα: τό, ὑποστήριγμα, Συλλ. Ἐπιγρ. 150. § 6, σ. 235.
Spanish (DGE)
-ματος, τό
1 soporte θυμιατήριον ... χαλκᾶ διερείσματα ἔχον IG 13.342.6 (V a.C.), cf. 22.1384.4 (V/IV a.C.), 1436.44 (IV a.C.), κανōν ... χαλκᾶ διερείσματ' ἔχον IG 22.1425.83, 1421.39 (ambas IV a.C.), διερε<ί>σματα τῶν Νικῶν IG 22.1425.382 (IV a.C.).
2 arq. prob. vigueta que va de pared a pared para sostener una plancha, el techo o un andamiaje διερείσας διερείσματα εἰς τοὺς ἰκριωτῆρας IG 22.1668.80, cf. 68, 70 (IV a.C.), ξύλον εἰς τὸ πρόδομον τοῦ ναοῦ τοῦ Ἀπόλλωνος δ. IG 11(2).287A.84 (Delos III a.C.).