ὑποστήριγμα

From LSJ

Ἡ γὰρ σιωπὴ μαρτυρεῖ τὸ μὴ θέλειν → Hominem non velle significat silentium → Das Schweigen zeugt davon, dass der, der schweigt, nicht will

Menander, Monostichoi, 223
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ὑποστήριγμα Medium diacritics: ὑποστήριγμα Low diacritics: υποστήριγμα Capitals: ΥΠΟΣΤΗΡΙΓΜΑ
Transliteration A: hypostḗrigma Transliteration B: hypostērigma Transliteration C: ypostirigma Beta Code: u(posth/rigma

English (LSJ)

-ατος, τό, underprop, LXX 3 Ki.7.11(24), 10.12, al., J. AJ8.7.1. -ίζω, underprop, sustain, LXX Ps.36(37).17, al., Luc. Hist.Conscr.3, VH1.32, Gal.18(2).433; τῷ λαιῷ βραχίονι τὸ τόξον ὑπεστήρικτο Hld.1.2.

Greek (Liddell-Scott)

ὑποστήριγμα: τό, ὡς καὶ νῦν, τὸ κάτωθεν τιθέμενον στήριγμα, Ἑβδ. (Γ΄ Βασιλ. Ζ΄, 24, Ι΄, 12, κ. ἀλλ.), Ἰωσήπου Ἰουδ. Ἀρχ. 8. 7, 1.

Greek Monolingual

το /ὑποστήριγμα, -ίγματος, ΝΜΑ ὑποστηρίζω
καθετί που στηρίζει αποκάτω, υπόβαθρο
νεοελλ.
καθετί που υποβαστάζει, αντέρεισμα, αντηρίδα.

German (Pape)

τό, untergesetzte Stütze, LXX.