ἀντανισόω: Difference between revisions
From LSJ
Ἴσον ἐστὶν ὀργῇ καὶ θάλασσα καὶ γυνή → Mulier et mare sunt isdem plane moribus → In ihrem Naturell sind Frau und Meerflut gleich
(6_23) |
(big3_4) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἀντανῐσόω''': καθιστῶ τι ἴσον καὶ ἐγώ, συμπληρῶ, ὁ Θεὸς ἀντανισώσει τὸ ἐνδεές Συνέσ. 126Β. | |lstext='''ἀντανῐσόω''': καθιστῶ τι ἴσον καὶ ἐγώ, συμπληρῶ, ὁ Θεὸς ἀντανισώσει τὸ ἐνδεές Συνέσ. 126Β. | ||
}} | |||
{{DGE | |||
|dgtxt=[[hacer igual]], [[igualar]] ἵνα τοὺς μὲν ἀντανισώσωσι τῇ βοηθείᾳ Lib.<i>Or</i>.59.161, τὸν σύμπαντα ὄγκον Them.<i>in Ph</i>.137.21, τὸ ἐνδεές Synes.<i>Prouid</i>.M.66.1276B, en v. pas. ἀντανισουμένων τῶν ἀφαιρουμένων Hippol.<i>Haer</i>.1.19 (p.20.11). | |||
}} | }} |
Revision as of 12:14, 21 August 2017
English (LSJ)
A make equal adjust, compensate, Lib.Or.59.161(dub.):—Pass., Them.inPh.137.21.
German (Pape)
[Seite 244] dagegen ausgleichen, Synes.
Greek (Liddell-Scott)
ἀντανῐσόω: καθιστῶ τι ἴσον καὶ ἐγώ, συμπληρῶ, ὁ Θεὸς ἀντανισώσει τὸ ἐνδεές Συνέσ. 126Β.
Spanish (DGE)
hacer igual, igualar ἵνα τοὺς μὲν ἀντανισώσωσι τῇ βοηθείᾳ Lib.Or.59.161, τὸν σύμπαντα ὄγκον Them.in Ph.137.21, τὸ ἐνδεές Synes.Prouid.M.66.1276B, en v. pas. ἀντανισουμένων τῶν ἀφαιρουμένων Hippol.Haer.1.19 (p.20.11).