ἀπομωρόω: Difference between revisions
From LSJ
διὰ λαμπροτάτου βαίνοντες ἁβρῶς αἰθέρος → passing lightly through clear-shining air (Euripides, Medea 829)
(6_23) |
(big3_6) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἀπομωρόω''': καθιστῶ τινα [[μωρόν]], Ἀέτ. σ. 105: ― [[ὡσαύτως]] ἀπομωραίνω Κυνοσόφ. σ. 264. 10. | |lstext='''ἀπομωρόω''': καθιστῶ τινα [[μωρόν]], Ἀέτ. σ. 105: ― [[ὡσαύτως]] ἀπομωραίνω Κυνοσόφ. σ. 264. 10. | ||
}} | |||
{{DGE | |||
|dgtxt=[[atontar]], [[producir sopor y pérdida de la consciencia]] φασι (μανδραγόραν) ... ἐσθιομένην ... ἀπομωροῦν Dsc.4.75, en v. pas. [[βοτάνη]] ... διδομένη ... τοῖς ἀπομωρουμένοις Asclep. en Aët.6.16. | |||
}} | }} |
Revision as of 12:16, 21 August 2017
English (LSJ)
A stupefy, Dsc.4.75:—Pass., Asclep. ap. Aët.6.16.
German (Pape)
[Seite 316] ganzdumm machen. – Pass., verrücktsein, Medic.
Greek (Liddell-Scott)
ἀπομωρόω: καθιστῶ τινα μωρόν, Ἀέτ. σ. 105: ― ὡσαύτως ἀπομωραίνω Κυνοσόφ. σ. 264. 10.
Spanish (DGE)
atontar, producir sopor y pérdida de la consciencia φασι (μανδραγόραν) ... ἐσθιομένην ... ἀπομωροῦν Dsc.4.75, en v. pas. βοτάνη ... διδομένη ... τοῖς ἀπομωρουμένοις Asclep. en Aët.6.16.