ἀπροσδιόριστος: Difference between revisions
(6_14) |
(big3_6) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἀπροσδιόριστος''': ὁ μὴ προσδιωρισμένος ἢ ὡρισμένος, Σχόλ. εἰς Δημ. 722. 12. - Ἐπίρρ. -τως Τζέτζ. Προλεγ. εἰς Λυκόφρ. | |lstext='''ἀπροσδιόριστος''': ὁ μὴ προσδιωρισμένος ἢ ὡρισμένος, Σχόλ. εἰς Δημ. 722. 12. - Ἐπίρρ. -τως Τζέτζ. Προλεγ. εἰς Λυκόφρ. | ||
}} | |||
{{DGE | |||
|dgtxt=-ον<br /><b class="num">1</b> [[no definido]] καὶ οὐκ ἀγνοῶν τὸ [[ἁμάρτημα]] ὁ νομοθέτης ἀπροσδιόριστον ἀφῆκε τὸν νόμον Heliod.<i>in EN</i> 109.18<br /><b class="num">•</b>subst. τὸ ἀπροσδιόριστον [[la indefinición]] Vlp.Sch.D.24.722.12, τὸ ἀπροσδιόριστον τῶν ὑπὸ σοῦ γεγραμμένων Alex.Trall.2.587.9<br /><b class="num">•</b>de proposiciones [[indeterminado cuantitativamente]] Ammon.<i>In APr</i>.14.37.<br /><b class="num">2</b> adv. -ως [[sin distinción]], [[indistintamente]] ἐλλιπῶς οὕτως καὶ ἀ. ῥηθείς Gal.16.558<br /><b class="num">•</b>[[sin especificación]] ἀ. γὰρ οὕτω φασὶν οἱ Ἀθηναῖοι Sch.Th.2.15.2, ἀ. εἰπών Ammon.<i>Ac</i>.M.85.1532A<br /><b class="num">•</b>de ahí [[por excelencia]] ὡς καὶ ἀ. λέγεσθαι «λίμνην» Olymp.<i>in Mete</i>.123.3. | |||
}} | }} |
Revision as of 12:16, 21 August 2017
English (LSJ)
ον,
A undefined, Ulp.ad D.24.68; unqualified, Heliod.in EN109.19; of propositions, indefinite in quantification, Ammon.in APr.14.37. Adv. -τως without distinction, Gal.16.558; par excellence, Olymp.in Mete.123.3.
German (Pape)
[Seite 339] ohne hinzugefügte Bestimmung, Rhet.
Greek (Liddell-Scott)
ἀπροσδιόριστος: ὁ μὴ προσδιωρισμένος ἢ ὡρισμένος, Σχόλ. εἰς Δημ. 722. 12. - Ἐπίρρ. -τως Τζέτζ. Προλεγ. εἰς Λυκόφρ.
Spanish (DGE)
-ον
1 no definido καὶ οὐκ ἀγνοῶν τὸ ἁμάρτημα ὁ νομοθέτης ἀπροσδιόριστον ἀφῆκε τὸν νόμον Heliod.in EN 109.18
•subst. τὸ ἀπροσδιόριστον la indefinición Vlp.Sch.D.24.722.12, τὸ ἀπροσδιόριστον τῶν ὑπὸ σοῦ γεγραμμένων Alex.Trall.2.587.9
•de proposiciones indeterminado cuantitativamente Ammon.In APr.14.37.
2 adv. -ως sin distinción, indistintamente ἐλλιπῶς οὕτως καὶ ἀ. ῥηθείς Gal.16.558
•sin especificación ἀ. γὰρ οὕτω φασὶν οἱ Ἀθηναῖοι Sch.Th.2.15.2, ἀ. εἰπών Ammon.Ac.M.85.1532A
•de ahí por excelencia ὡς καὶ ἀ. λέγεσθαι «λίμνην» Olymp.in Mete.123.3.