βίαρχος: Difference between revisions

From LSJ

δυσφορέω περὶ τὰς ἀναστάσιας → feel ill on getting up

Source
(6_14)
(big3_8)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''βίαρχος''': ὁ, ([[βίος]]) ὁ ἄρχων, γενικὸς [[ἐπιστάτης]] τῶν ζωοτροφιῶν (στρατεύματος), πρβλ. [[σιτάρχης]], σίταρχος, Ἰω. Λυδ. σ. 160. 15, Ἀθανάσ.
|lstext='''βίαρχος''': ὁ, ([[βίος]]) ὁ ἄρχων, γενικὸς [[ἐπιστάτης]] τῶν ζωοτροφιῶν (στρατεύματος), πρβλ. [[σιτάρχης]], σίταρχος, Ἰω. Λυδ. σ. 160. 15, Ἀθανάσ.
}}
{{DGE
|dgtxt=-ου, ὁ<br /><br /><b class="num">• Grafía:</b> graf. βίορχ- <i>LW</i> 2037 (Arabia IV d.C.)<br />[[intendente general]] Lyd.<i>Mag</i>.1.48, Doroth.<i>Vis</i>.43, <i>BGU</i> 316.5 (IV d.C.), <i>PCol</i>.188.8 (IV d.C.), <i>CIL</i> 5.8754, 8.8491 (IV d.C.), <i>BGU</i> 2139.3 (V d.C.), <i>PRainer Cent</i>.112.5 (VI d.C.), <i>Cod.Iust</i>.12.20.3.
}}
}}

Revision as of 12:20, 21 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: βῐαρχος Medium diacritics: βίαρχος Low diacritics: βίαρχος Capitals: ΒΙΑΡΧΟΣ
Transliteration A: bíarchos Transliteration B: biarchos Transliteration C: viarchos Beta Code: bi/arxos

English (LSJ)

ὁ, (

   A βίος 11, ἄρχω) commissary-general, Lyd.Mag.1.48, al., BGU316.4 (iv A. D.).

German (Pape)

[Seite 444] ὁ, Proviantmeister, Sp.

Greek (Liddell-Scott)

βίαρχος: ὁ, (βίος) ὁ ἄρχων, γενικὸς ἐπιστάτης τῶν ζωοτροφιῶν (στρατεύματος), πρβλ. σιτάρχης, σίταρχος, Ἰω. Λυδ. σ. 160. 15, Ἀθανάσ.

Spanish (DGE)

-ου, ὁ

• Grafía: graf. βίορχ- LW 2037 (Arabia IV d.C.)
intendente general Lyd.Mag.1.48, Doroth.Vis.43, BGU 316.5 (IV d.C.), PCol.188.8 (IV d.C.), CIL 5.8754, 8.8491 (IV d.C.), BGU 2139.3 (V d.C.), PRainer Cent.112.5 (VI d.C.), Cod.Iust.12.20.3.