βύσμα: Difference between revisions

From LSJ

ἀνάγκᾳ δ' οὐδὲ θεοὶ μάχονται → but not even gods fight necessity (Simonides, fr. 37.1.29)

Source
(6_21)
(big3_9)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''βύσμα''': τό, (βύω) στούπωμα, βούλλωμα, Ἱππ. 640. 12, Ἀριστοφ. Ἀποσπ. 285· Στίλπωνος βύσματα, στουπώματα, βουλλώματα τοῦ Στίλπ., δηλ. ἐπιχειρήματα, δι’ὧν ἐφίμου τῶν ἀντιπάλων του τὰ στόματα, Δίφιλ. Γαμ. 2.
|lstext='''βύσμα''': τό, (βύω) στούπωμα, βούλλωμα, Ἱππ. 640. 12, Ἀριστοφ. Ἀποσπ. 285· Στίλπωνος βύσματα, στουπώματα, βουλλώματα τοῦ Στίλπ., δηλ. ἐπιχειρήματα, δι’ὧν ἐφίμου τῶν ἀντιπάλων του τὰ στόματα, Δίφιλ. Γαμ. 2.
}}
{{DGE
|dgtxt=-ματος, τό<br />[[tapón]], [[bitoque]]de recipientes para líquidos β. καὶ [[γευστήριον]] Ar.<i>Fr</i>.310.2, hecho c. fibras vegetales, utilizado en medic. φλόμου βύσματα ἀπὸ ἐλαιηρῶν κεραμίων Hp.<i>Mul</i>.2.114, cf. Gal.14.483, de una cánula, Hp.<i>Steril</i>.222<br /><b class="num">•</b>fig. Στίλπωνος βύσματα tapones de Estilpón</i> argumentos con los que tapaba la boca a sus interlocutores, Sophil.2A.
}}
}}

Revision as of 12:21, 21 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: βύσμα Medium diacritics: βύσμα Low diacritics: βύσμα Capitals: ΒΥΣΜΑ
Transliteration A: býsma Transliteration B: bysma Transliteration C: vysma Beta Code: bu/sma

English (LSJ)

ατος, τό, (βύω)

   A plug, bung, Hp.Mul.2.114 (pl.), Ar.Fr. 299; Στίλπωνος βύσματα Stilpo's stoppers, i. e. arguments with which he stopped his opponents' mouths, Diph.23.

German (Pape)

[Seite 468] τό, das Hineingestopfte, Pfropf, Spund, Hippocr.; Ar. fr. bei Schol. Ar. Ran. 246 u. a. com. Hesych.

Greek (Liddell-Scott)

βύσμα: τό, (βύω) στούπωμα, βούλλωμα, Ἱππ. 640. 12, Ἀριστοφ. Ἀποσπ. 285· Στίλπωνος βύσματα, στουπώματα, βουλλώματα τοῦ Στίλπ., δηλ. ἐπιχειρήματα, δι’ὧν ἐφίμου τῶν ἀντιπάλων του τὰ στόματα, Δίφιλ. Γαμ. 2.

Spanish (DGE)

-ματος, τό
tapón, bitoquede recipientes para líquidos β. καὶ γευστήριον Ar.Fr.310.2, hecho c. fibras vegetales, utilizado en medic. φλόμου βύσματα ἀπὸ ἐλαιηρῶν κεραμίων Hp.Mul.2.114, cf. Gal.14.483, de una cánula, Hp.Steril.222
fig. Στίλπωνος βύσματα tapones de Estilpón argumentos con los que tapaba la boca a sus interlocutores, Sophil.2A.