διακωδωνίζω: Difference between revisions
ἀψευδεῖ δὲ πρὸς ἄκμονι χάλκευε γλῶσσαν → he forged the tongue on the anvil of no lies
(Bailly1_2) |
(big3_11) |
||
Line 18: | Line 18: | ||
{{bailly | {{bailly | ||
|btext=éprouver (un vase) par le son ; éprouver.<br />'''Étymologie:''' [[διά]], [[κώδων]]. | |btext=éprouver (un vase) par le son ; éprouver.<br />'''Étymologie:''' [[διά]], [[κώδων]]. | ||
}} | |||
{{DGE | |||
|dgtxt=<b class="num">1</b> [[hacer mucho ruido]] βαυκαλῶν καὶ διακωδωνίζων Luc.<i>Lex</i>.11.<br /><b class="num">2</b> tr., c. ac. de pers. o asimilados [[poner a prueba]] [[ἐκεῖνος]] ἡμᾶς διεκωδώνιζεν ἅπαντας D.19.167, ἕκαστον τῶν ποιμένων Iambl.<i>Fr</i>.91, διάνοιαν τὴν Κλαυδίου I.<i>AI</i> 19.262, ([[αὐλῳδός]]) διασείσας καὶ διακωδωνίσας τὸ συμπόσιον Plu.2.704d, διακωδωνίσας αὐτὸν ἐν ἀρχῇ Chrys.M.58.733, cf. Hsch.<br /><b class="num">•</b>en la escuela [[examinar]] τὰ μειράκια Philostr.<i>VS</i> 619.<br /><b class="num">3</b> [[dar a conocer]], [[divulgar]] πανταχοῦ διακωδωνίζοντα ταῦτα Str.2.3.4, cf. <i>CCP</i> (536) <i>Act</i>.5 (p.91.33), en v. pas. πανταχῆ τὸ κακὸν διακεκωδώνιστο Lib.<i>Decl</i>.40.53, διακωδωνισθέντες· διαφημισθέντες Hsch., <i>EM</i> 267.27G. | |||
}} | }} |
Revision as of 12:24, 21 August 2017
English (LSJ)
strengthd. for κωδωνίζω, Lys.Fr.313S. (Pass.), D. 19.167, Porph.Abst.4.17 (Pass.), Harp. II bruit abroad, Str. 2.3.4. III dismiss by the sound of a bell, Philostr.VS2.27.5.
German (Pape)
[Seite 585] 1) ausforschen, prüfen, τινά, Dem. 19, 167 (VLL. διαπειρᾶν καὶ ἐξετάζειν) u. Sp. – 2) = διαφημίζω, verbreiten, Strab. II p. 99.
Greek (Liddell-Scott)
διακωδωνίζω: ἐπιτεταμ. ἀντὶ τοῦ ἁπλοῦ κωδωνίζω, Λυσ. ἐν τῷ Ε. Μ. 267. 30, Δημ. 393. 17. ΙΙ. κοινολογῶ, διαφημίζω, Στράβ. 99.
French (Bailly abrégé)
éprouver (un vase) par le son ; éprouver.
Étymologie: διά, κώδων.
Spanish (DGE)
1 hacer mucho ruido βαυκαλῶν καὶ διακωδωνίζων Luc.Lex.11.
2 tr., c. ac. de pers. o asimilados poner a prueba ἐκεῖνος ἡμᾶς διεκωδώνιζεν ἅπαντας D.19.167, ἕκαστον τῶν ποιμένων Iambl.Fr.91, διάνοιαν τὴν Κλαυδίου I.AI 19.262, (αὐλῳδός) διασείσας καὶ διακωδωνίσας τὸ συμπόσιον Plu.2.704d, διακωδωνίσας αὐτὸν ἐν ἀρχῇ Chrys.M.58.733, cf. Hsch.
•en la escuela examinar τὰ μειράκια Philostr.VS 619.
3 dar a conocer, divulgar πανταχοῦ διακωδωνίζοντα ταῦτα Str.2.3.4, cf. CCP (536) Act.5 (p.91.33), en v. pas. πανταχῆ τὸ κακὸν διακεκωδώνιστο Lib.Decl.40.53, διακωδωνισθέντες· διαφημισθέντες Hsch., EM 267.27G.