διασφαλίζομαι: Difference between revisions

From LSJ

πικρὸν με ἀπαιτεῖς ἐνοίκιον → you ask too much of me, you demand a bitter rent from me

Source
(6_20)
(big3_11)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''διασφᾰλίζομαι''': πρκμ. -ησφάλισμαι, ἀποθ., στερεῶς [[ἐξασφαλίζω]], ὀχυρῶ, Πολύβ. 5. 69. 2, Φίλων Βυζ. π. τ. 7 Θεαμ. 4.
|lstext='''διασφᾰλίζομαι''': πρκμ. -ησφάλισμαι, ἀποθ., στερεῶς [[ἐξασφαλίζω]], ὀχυρῶ, Πολύβ. 5. 69. 2, Φίλων Βυζ. π. τ. 7 Θεαμ. 4.
}}
{{DGE
|dgtxt=[[fortificar]] τόπους ... ταῖς χειροποιήτοις κατασκευαῖς Plb.5.69.2<br /><b class="num">•</b>[[asegurar]], [[fortalecer]] τοῦτον ... τετραπέδοις διεσφαλίσατο λίθοις Ph.Byz.<i>Mir</i>.4.2, τοὺς ὀδόντας Herod.Med. en Orib.8.7.3, en v. pas. τὰ δ' ἐντὸς σιδήρῳ διησφαλισμένα las (piedras) de la parte de dentro aseguradas con grapas de hierro</i> I.<i>AI</i> 15.399<br /><b class="num">•</b>fig. διασφαλιζόμενος [[ἀξιόχρεως]] τόκον fijando con seguridad el interés</i>, <i>SEG</i> 38.1462.16 (Enoanda II d.C.), cf. <i>POxy</i>.2104.17 (III d.C.), c. ac. de pers. εἰς τοῦτο μόνον διασφαλιζόμενοι τοὺς τοιούτους <i>IEphesos</i> 43.24 (IV d.C.).
}}
}}

Revision as of 12:24, 21 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: διασφᾰλίζομαι Medium diacritics: διασφαλίζομαι Low diacritics: διασφαλίζομαι Capitals: ΔΙΑΣΦΑΛΙΖΟΜΑΙ
Transliteration A: diasphalízomai Transliteration B: diasphalizomai Transliteration C: diasfalizomai Beta Code: diasfali/zomai

English (LSJ)

   A secure firmly, Plb.5.69.2, Ph.Byz.Mir.4.2, Herod. Med. ap. Orib.8.7.3:—Pass., σιδήρῳ διησφαλισμένα J.AJ15.11.3.

German (Pape)

[Seite 605] 1) = simpl., Pol. 5, 69, 2. – 2) dazwischen befestigen, Philo.

Greek (Liddell-Scott)

διασφᾰλίζομαι: πρκμ. -ησφάλισμαι, ἀποθ., στερεῶς ἐξασφαλίζω, ὀχυρῶ, Πολύβ. 5. 69. 2, Φίλων Βυζ. π. τ. 7 Θεαμ. 4.

Spanish (DGE)

fortificar τόπους ... ταῖς χειροποιήτοις κατασκευαῖς Plb.5.69.2
asegurar, fortalecer τοῦτον ... τετραπέδοις διεσφαλίσατο λίθοις Ph.Byz.Mir.4.2, τοὺς ὀδόντας Herod.Med. en Orib.8.7.3, en v. pas. τὰ δ' ἐντὸς σιδήρῳ διησφαλισμένα las (piedras) de la parte de dentro aseguradas con grapas de hierro I.AI 15.399
fig. διασφαλιζόμενος ἀξιόχρεως τόκον fijando con seguridad el interés, SEG 38.1462.16 (Enoanda II d.C.), cf. POxy.2104.17 (III d.C.), c. ac. de pers. εἰς τοῦτο μόνον διασφαλιζόμενοι τοὺς τοιούτους IEphesos 43.24 (IV d.C.).