διεσθίω: Difference between revisions

From LSJ

Εὐδαίμονες οἷσι κακῶν ἄγευστος αἰών → Blessed are those whose lives have no taste of suffering

Sophocles, Antigone, 583
(Bailly1_2)
(big3_11)
Line 15: Line 15:
{{bailly
{{bailly
|btext=<i>f.</i> διέδομαι;<br />dévorer.<br />'''Étymologie:''' [[διά]], [[ἐσθίω]].
|btext=<i>f.</i> διέδομαι;<br />dévorer.<br />'''Étymologie:''' [[διά]], [[ἐσθίω]].
}}
{{DGE
|dgtxt=<b class="num">• Morfología:</b> [fut. διέδομαι Plu.2.170a; aor. [[διέφαγον]] Hdt.3.109, Hp.<i>Mul</i>.1.2]<br /><b class="num">1</b> c. suj. animado [[devorar]] τὰ τέκνα ... τὴν μητέρα Hdt.l.c., τὴν νηδύν Hdt.l.c., cf. Arist.<i>HA</i> 558<sup>a</sup>30, Thphr. en Ael.<i>NA</i>.15.16, τὴν γλῶτταν Plu.2.849b, φύλλα D.C.<i>Epit.Xiph</i>.280.4, μυῶν γὰρ πλῆθος ... τὰ τόξα καὶ τὰ λοιπὰ ὅπλα I.<i>AI</i> 10.19, ἡ [[ἄρκτος]] ... τὰ δίκτυα Plu.2.918f, τὰ δὲ ὡς καθαρὰ (ἄλογα) διεσθίοντες Bas.Sel.<i>Or</i>.M.85.93A<br /><b class="num">•</b>fig. δ. σου τὸ σῶμα Plu.2.170a, en v. pas. ἡ κακοδαίμων ὑπὸ τῶν ... κακῶν <i>Corp.Herm</i>.10.20.<br /><b class="num">2</b> c. suj. inanimado [[corroer]], [[consumir]] τὰ ῥεύματα ... τὸν ἀμφὶ τὴν ὄψιν χιτῶνα Hp.<i>VM</i> 19, cf. Dsc.<i>Eup</i>.1.166, Gal.10.1005, πάχνη ... τὴν γῆν Thphr.<i>CP</i> 3.20.7, τὸ ἁλμυρὸν ... τὰς δυνάμεις Thphr.<i>CP</i> 6.10.1, (ἡ ὑδράργυρος) ὕλην διεσθίει Dsc.5.95, en v. pas. διεσθίεται γὰρ ὁ [[ἐγκέφαλος]] ὑπὸ τοῦ φλέγματος Hp.<i>Morb.Sacr</i>.11, διεσθίεται τὰ ἀγγεῖα ῥεύματι ξυνεχέϊ Aret.<i>SA</i> 2.2.8, abs. τοῦ πύου διαφαγόντος Hp.<i>Mul</i>.1.2, ὑπὸ ἰοῦ τινος διεσθίοντος D.Chr.77/78.45<br /><b class="num">•</b>fig. c. suj. abstr. [[corroer]], [[corromper]] τοῦ τὰ πάντα διεσθίοντος φθόνου D.L.5.77, (ἡ ἐπιθυμία) πᾶσαν αὐτήν (τὴν ψυχήν) Ph.2.349, (ἡ [[ἁμαρτία]]) ... τὸν ἄνθρωπον Gr.Nyss.<i>Instit</i>.50.16, tb. en v. med., Ph.2.541.
}}
}}

Revision as of 12:25, 21 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: διεσθίω Medium diacritics: διεσθίω Low diacritics: διεσθίω Capitals: ΔΙΕΣΘΙΩ
Transliteration A: diesthíō Transliteration B: diesthiō Transliteration C: diesthio Beta Code: diesqi/w

English (LSJ)

fut.

   A -έδομαι Plu.2.170a: aor. διέφᾰγον Hp.Mul.1.2:— eat through, δ. τὴν μητέρα (v.l. μήτραν), of young vipers, Hdt.3.109, cf. Arist.HA558a30.    II consume, corrode, Hp. l. c., Plu. l. c.: metaph., D.L.5.76:—Med., τὴν ψυχήν Ph.2.541.

Greek (Liddell-Scott)

διεσθίω: μέλλ. -έδομαι· ἀόρ. διέφᾰγον· -τρώγω ἐντελῶς, κατατρώγω, δ. τὴν μήτραν, ἐπὶ νεογνῶν ἐχίδνης, Ἡρόδ. 3. 109, Ἀριστ. Ἱ. Ζ. 5. 34, 2. ΙΙ. καταναλίσκω, κατατρώγω, Διογ. Λ. 5. 76, Πλούτ. 2. 170C· μεταφ., τὴν ψυχὴν Φίλων 2. 541.

French (Bailly abrégé)

f. διέδομαι;
dévorer.
Étymologie: διά, ἐσθίω.

Spanish (DGE)

• Morfología: [fut. διέδομαι Plu.2.170a; aor. διέφαγον Hdt.3.109, Hp.Mul.1.2]
1 c. suj. animado devorar τὰ τέκνα ... τὴν μητέρα Hdt.l.c., τὴν νηδύν Hdt.l.c., cf. Arist.HA 558a30, Thphr. en Ael.NA.15.16, τὴν γλῶτταν Plu.2.849b, φύλλα D.C.Epit.Xiph.280.4, μυῶν γὰρ πλῆθος ... τὰ τόξα καὶ τὰ λοιπὰ ὅπλα I.AI 10.19, ἡ ἄρκτος ... τὰ δίκτυα Plu.2.918f, τὰ δὲ ὡς καθαρὰ (ἄλογα) διεσθίοντες Bas.Sel.Or.M.85.93A
fig. δ. σου τὸ σῶμα Plu.2.170a, en v. pas. ἡ κακοδαίμων ὑπὸ τῶν ... κακῶν Corp.Herm.10.20.
2 c. suj. inanimado corroer, consumir τὰ ῥεύματα ... τὸν ἀμφὶ τὴν ὄψιν χιτῶνα Hp.VM 19, cf. Dsc.Eup.1.166, Gal.10.1005, πάχνη ... τὴν γῆν Thphr.CP 3.20.7, τὸ ἁλμυρὸν ... τὰς δυνάμεις Thphr.CP 6.10.1, (ἡ ὑδράργυρος) ὕλην διεσθίει Dsc.5.95, en v. pas. διεσθίεται γὰρ ὁ ἐγκέφαλος ὑπὸ τοῦ φλέγματος Hp.Morb.Sacr.11, διεσθίεται τὰ ἀγγεῖα ῥεύματι ξυνεχέϊ Aret.SA 2.2.8, abs. τοῦ πύου διαφαγόντος Hp.Mul.1.2, ὑπὸ ἰοῦ τινος διεσθίοντος D.Chr.77/78.45
fig. c. suj. abstr. corroer, corromper τοῦ τὰ πάντα διεσθίοντος φθόνου D.L.5.77, (ἡ ἐπιθυμία) πᾶσαν αὐτήν (τὴν ψυχήν) Ph.2.349, (ἡ ἁμαρτία) ... τὸν ἄνθρωπον Gr.Nyss.Instit.50.16, tb. en v. med., Ph.2.541.