δρησμοσύνη: Difference between revisions
From LSJ
Ἐς δὲ τὰ ἔσχατα νουσήματα αἱ ἔσχαται θεραπεῖαι ἐς ἀκριβείην, κράτισται → But for extreme illnesses, extreme remedies, applied with severe exactitude, are the best (Hippocrates, Aphorism 6)
(6_9) |
(big3_12) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''δρησμοσύνη''': ἡ, = [[δρηστοσύνη]], Λατ. cultus, δρ. ἱερῶν, [[φροντίς]], [[ἐπιμέλεια]] ἱερῶν τελετῶν, Ὕμν. Ὁμ. εἰς Δημ. 476. ΙΙ. [[δρασμός]], Μάξιμ. π. καταρχ. 351. | |lstext='''δρησμοσύνη''': ἡ, = [[δρηστοσύνη]], Λατ. cultus, δρ. ἱερῶν, [[φροντίς]], [[ἐπιμέλεια]] ἱερῶν τελετῶν, Ὕμν. Ὁμ. εἰς Δημ. 476. ΙΙ. [[δρασμός]], Μάξιμ. π. καταρχ. 351. | ||
}} | |||
{{DGE | |||
|dgtxt=-ης, ἡ [[huida]] Max.351, cf. [[δρασμός]].<br />-ης, ἡ<br />[[celebración]], [[cumplimiento]] ἱερῶν <i>h.Cer</i>.476, expl. como θεραπεία, ὑπηρεσία Hsch., <i>EM</i> 287.1G. | |||
}} | }} |
Revision as of 12:26, 21 August 2017
English (LSJ)
ἡ,
A = δρηστοσύνη, δ. ἱερῶν care of the holy rites, h.Cer. 476. II = δρασμός, Max.351.
German (Pape)
[Seite 667] ἡ (δράω), der heilige Opferdienst, ἱερῶν H. h. Cer. 476. – Bei Sp. = δρησμός.
Greek (Liddell-Scott)
δρησμοσύνη: ἡ, = δρηστοσύνη, Λατ. cultus, δρ. ἱερῶν, φροντίς, ἐπιμέλεια ἱερῶν τελετῶν, Ὕμν. Ὁμ. εἰς Δημ. 476. ΙΙ. δρασμός, Μάξιμ. π. καταρχ. 351.
Spanish (DGE)
-ης, ἡ huida Max.351, cf. δρασμός.
-ης, ἡ
celebración, cumplimiento ἱερῶν h.Cer.476, expl. como θεραπεία, ὑπηρεσία Hsch., EM 287.1G.