τεσσαράκοντα: Difference between revisions

From LSJ

Ὁ μὴ γαμῶν ἄνθρωπος οὐκ ἔχει κακά → Multis malis caret ille, qui uxorem haud habet → Der Mann, der ledig bleibt, kennt keinen Leidensdruck

Menander, Monostichoi, 437
mNo edit summary
(strοng)
Line 24: Line 24:
{{Slater
{{Slater
|sltr=<b>τεσσᾰρᾰκοντα</b> <br />&nbsp;&nbsp;&nbsp;<b>1</b> [[forty]] ἐν [[τεσσαράκοντα]] γὰρ πετόντεσσιν ἁνιόχοις (P. 5.49) [[τεσσαράκοντα]] καὶ ὀκτὼ παρθένοισι (P. 9.113)
|sltr=<b>τεσσᾰρᾰκοντα</b> <br />&nbsp;&nbsp;&nbsp;<b>1</b> [[forty]] ἐν [[τεσσαράκοντα]] γὰρ πετόντεσσιν ἁνιόχοις (P. 5.49) [[τεσσαράκοντα]] καὶ ὀκτὼ παρθένοισι (P. 9.113)
}}
{{StrongGR
|strgr=the decade of [[τέσσαρες]]; [[forty]]: [[forty]].
}}
}}

Revision as of 17:46, 25 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: τεσσᾰράκοντα Medium diacritics: τεσσαράκοντα Low diacritics: τεσσαράκοντα Capitals: ΤΕΣΣΑΡΑΚΟΝΤΑ
Transliteration A: tessarákonta Transliteration B: tessarakonta Transliteration C: tessarakonta Beta Code: tessara/konta

English (LSJ)

[ρᾰ], Att. τεττᾰράκοντα IG22.334.23; Ion. τεσσεράκοντα (q.v.); Sicilian Ionic tetra/ϟonta Supp.Epigr.4.64 (vi B.C.); Dor. τετρώκοντα Tab.Heracl.1.20, al., SIG241.67 (Delph., iv B.C.), IG5(2).357.16 (Stymphalus, iii B.C.), 9(1).880.15 (Corc.), cf. τετρωκοντάλιτρος and

   A v. τεσσαρακοστός; once Dor. τεταράκοντα IG4.823.63 (Troezen); Boeot. πετταράκοντα (q.v.): οἱ, αἱ, τά, indecl.:—forty, Il.2.524, etc.    II οἱ τ. the Forty, a body of justices who went round the Attic demes to hear all causes up to ten drachmae, Isoc. 15.237; also cases of assault, D.37.33: changed from Thirty to Forty after the expulsion of the Thirty Tyrants, Arist.Ath.53.1.

German (Pape)

[Seite 1095] att. τετταράκοντα, οἱ, αἱ, τά, indecl., vierzig, Hom. u. Folgde.

Greek (Liddell-Scott)

τεσσᾰράκοντα: [ρᾰ], Ἀττ. τεττᾰράκοντα, Ἰων. τεσσεράκοντα, οἱ, αἱ, τά, ἄκλιτ.· (τέσσαρες)· ― ὡς καὶ νῦν, τεσσαράκοντα, κοινῶς «σαράντα», Ὅμ., κλπ.· ― ὑπάρχει καὶ Δωρικ. τύπος τετρώκοντα ἐν Συλλ. Ἐπιγρ. 1690. 16., 1907. 15, κ. ἀλλ., ἴδε Ahrens D. D. σελ. 280, καὶ πρβλ. τεσσαρακοστός· Βοιωτ. πετταράκοντα Συλλ. Ἐπιγρ. 1569 51. ΙΙ. οἱ τεσσαράκοντα, δικασταὶ περιερχόμενοι τοὺς Ἀττικοὺς δήμους καὶ δικάζοντες πᾶσαν δίκην μέχρι δέκα δραχμῶν, Ἰσοκρ. περὶ Ἀντιδ. § 237· ὡσαύτως καὶ ἐγκλήματα ὕβρεως, Δημ. 976. 8· καλούμενοι καὶ δικασταὶ κατὰ δήμους ὁ αὐτ. 735. 10· ἐγένοντο δὲ ἀπὸ τριάκοντα εἰς τεσσαράκοντα μετὰ τὴν ἔξωσιν τῶν τριάκοντα Τυράννων, Πολυδ. Η΄, 100.

French (Bailly abrégé)

numéral indécl.
quarante.
Étymologie: τέσσαρες, -κοντα.

English (Autenrieth)

forty.

English (Slater)

τεσσᾰρᾰκοντα
   1 forty ἐν τεσσαράκοντα γὰρ πετόντεσσιν ἁνιόχοις (P. 5.49) τεσσαράκοντα καὶ ὀκτὼ παρθένοισι (P. 9.113)

English (Strong)

the decade of τέσσαρες; forty: forty.