μηχανορραφία: Difference between revisions

From LSJ

μὴ κακὸν εὖ ἔρξῃς· σπείρειν ἴσον ἔστ' ἐνὶ πόντῳ → do no good to a bad man; it is like sowing in the sea

Source
(25)
m (pape replacement)
 
Line 4: Line 4:
{{grml
{{grml
|mltxt=η (Μ [[μηχανορραφία]]) [[μηχανορράφος]]<br />η [[εφεύρεση]] και [[χρησιμοποίηση]] δόλιων μέσων, [[ραδιουργία]], [[σκευωρία]].
|mltxt=η (Μ [[μηχανορραφία]]) [[μηχανορράφος]]<br />η [[εφεύρεση]] και [[χρησιμοποίηση]] δόλιων μέσων, [[ραδιουργία]], [[σκευωρία]].
}}
{{pape
|ptext=ἡ, <i>das [[Ersinnen]] von Ränken, [[Ränkeschmieden]]</i>, Sp.
}}
}}

Latest revision as of 17:08, 24 November 2022

Greek (Liddell-Scott)

μηχᾰνορρᾰφία: ἡ, δολιότης, τὸ ἐφευρίσκειν δόλους, ῥᾳδιουργία, Μανασσ. Χρον. 1298.

Greek Monolingual

η (Μ μηχανορραφία) μηχανορράφος
η εφεύρεση και χρησιμοποίηση δόλιων μέσων, ραδιουργία, σκευωρία.

German (Pape)

ἡ, das Ersinnen von Ränken, Ränkeschmieden, Sp.