κίτταρος: Difference between revisions

From LSJ

φιλοκαλοῦμέν τε γὰρ μετ' εὐτελείας καὶ φιλοσοφοῦμεν ἄνευ μαλακίας → our love of what is beautiful does not lead to extravagance; our love of the things of the mind does not makes us soft

Source
(20)
 
m (Text replacement - "οῡσι" to "οῦσι")
 
(2 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 1: Line 1:
{{LSJ2
|Full diacritics=κίτταρος
|Medium diacritics=κίτταρος
|Low diacritics=κίτταρος
|Capitals=ΚΙΤΤΑΡΟΣ
|Transliteration A=kíttaros
|Transliteration B=kittaros
|Transliteration C=kittaros
|Beta Code=ki/ttaros
|Definition=ὁ, [[wearer]] of [[κίδαρις]] (Cyprian), Hsch.
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=[[κίτταρος]], ὁ (Α) [[κίτταρις]]<br /><i>([[κατά]] τον <b>Ησύχ.</b>)</i> «[[διάδημα]] ὅ φοροῡσι Κύπριοι, οἱ δὲ τὰ διαδήματα φοροῡντες κίτταροι λέγονται».
|mltxt=[[κίτταρος]], ὁ (Α) [[κίτταρις]]<br /><i>([[κατά]] τον <b>Ησύχ.</b>)</i> «[[διάδημα]] ὅ φοροῦσι Κύπριοι, οἱ δὲ τὰ διαδήματα φοροῦν
τες κίτταροι λέγονται».
}}
}}

Latest revision as of 13:00, 28 March 2021

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κίτταρος Medium diacritics: κίτταρος Low diacritics: κίτταρος Capitals: ΚΙΤΤΑΡΟΣ
Transliteration A: kíttaros Transliteration B: kittaros Transliteration C: kittaros Beta Code: ki/ttaros

English (LSJ)

ὁ, wearer of κίδαρις (Cyprian), Hsch.

Greek Monolingual

κίτταρος, ὁ (Α) κίτταρις
(κατά τον Ησύχ.) «διάδημα ὅ φοροῦσι Κύπριοι, οἱ δὲ τὰ διαδήματα φοροῦν τες κίτταροι λέγονται».