κλιματολογία: Difference between revisions

From LSJ

Τί γὰρ γένοιτ᾽ ἂν ἕλκος μεῖζον ἢ φίλος κακός; → What wound is greater than a false friend?

Sophocles, Antigone, 651-2
(20)
 
m (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")
Tags: Mobile edit Mobile web edit
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=η<br />[[κλάδος]] της μετεωρολογίας που έχει [[αντικείμενο]] τη [[μελέτη]] του κλίματος [[κάθε]] τόπου [[καθώς]] και την [[επίδραση]] του κλίματος στον ανθρώπινο οργανισμό, στη [[γεωργία]], στην [[κτηνοτροφία]] κ.λπ.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Αντιδάνεια λ., <b>[[πρβλ]].</b> γαλλ. <i>climatologie</i> <span style="color: red;"><</span> <i>climat</i>(<i>o</i>)- (<span style="color: red;"><</span> [[κλίμα]], -<i>ατος</i>) <span style="color: red;">+</span> -<i>logie</i> (<span style="color: red;"><</span> -[[λογία]] <span style="color: red;"><</span> -[[λόγος]] <span style="color: red;"><</span> [[λέγω]]). Η λ. μαρτυρείται από το 1861 στο <i>Γαλλοελληνικόν λεξικόν</i> τών Μ. Σχινά και Ι. Λεβαδέως].
|mltxt=η<br />[[κλάδος]] της μετεωρολογίας που έχει [[αντικείμενο]] τη [[μελέτη]] του κλίματος [[κάθε]] τόπου [[καθώς]] και την [[επίδραση]] του κλίματος στον ανθρώπινο οργανισμό, στη [[γεωργία]], στην [[κτηνοτροφία]] κ.λπ.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Αντιδάνεια λ., [[πρβλ]]. γαλλ. <i>climatologie</i> <span style="color: red;"><</span> <i>climat</i>(<i>o</i>)- (<span style="color: red;"><</span> [[κλίμα]], -<i>ατος</i>) <span style="color: red;">+</span> -<i>logie</i> (<span style="color: red;"><</span> -[[λογία]] <span style="color: red;"><</span> -[[λόγος]] <span style="color: red;"><</span> [[λέγω]]). Η λ. μαρτυρείται από το 1861 στο <i>Γαλλοελληνικόν λεξικόν</i> τών Μ. Σχινά και Ι. Λεβαδέως].
}}
}}

Latest revision as of 13:30, 23 August 2021

Greek Monolingual

η
κλάδος της μετεωρολογίας που έχει αντικείμενο τη μελέτη του κλίματος κάθε τόπου καθώς και την επίδραση του κλίματος στον ανθρώπινο οργανισμό, στη γεωργία, στην κτηνοτροφία κ.λπ.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. γαλλ. climatologie < climat(o)- (< κλίμα, -ατος) + -logie (< -λογία < -λόγος < λέγω). Η λ. μαρτυρείται από το 1861 στο Γαλλοελληνικόν λεξικόν τών Μ. Σχινά και Ι. Λεβαδέως].