προχῶναι: Difference between revisions
Θεοὶ μὲν γὰρ μελλόντων, ἄνθρωποι δὲ γιγνομένων, σοφοὶ δὲ προσιόντων αἰσθάνονται → Because gods perceive future things, men what is happening now, but wise men perceive approaching things
(35) |
m (LSJ1 replacement) |
||
(8 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=prochonai | |Transliteration C=prochonai | ||
|Beta Code=proxw=nai | |Beta Code=proxw=nai | ||
|Definition=αἱ,= | |Definition=αἱ, = [[γλουτοί]] ''1'', Archipp.41. | ||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape | ||
Line 18: | Line 18: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=οἱ, Α<br />οι γλουτοί.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Πρόκειται [[μάλλον]] για κωμ. λ. αβέβαιης ετυμολ. Κατά μία [[άποψη]], η λ. έχει προέλθει από συμφυρμό τών λ. [[κοχώνη]] «το [[μέρος]] [[μεταξύ]] τών σκελών και της έδρας, το περίνεο, [[γλουτός]]» και [[πρωκτός]] ή, κατ' [[άλλη]] [[άποψη]], από τη λ. [[κοχώνη]] κατ' [[επίδραση]] του <i>προ</i>- [[είτε]] με την επιτατική του σημ. [[είτε]] με τη σημ. της προστασίας, της υπεράσπισης, με την [[έννοια]] ότι οι γλουτοί έχουν έναν ρόλο προστατευτικό]. | |mltxt=οἱ, Α<br />οι γλουτοί.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Πρόκειται [[μάλλον]] για κωμ. λ. αβέβαιης ετυμολ. Κατά μία [[άποψη]], η λ. έχει προέλθει από συμφυρμό τών λ. [[κοχώνη]] «το [[μέρος]] [[μεταξύ]] τών σκελών και της έδρας, το περίνεο, [[γλουτός]]» και [[πρωκτός]] ή, κατ' [[άλλη]] [[άποψη]], από τη λ. [[κοχώνη]] κατ' [[επίδραση]] του <i>προ</i>- [[είτε]] με την επιτατική του σημ. [[είτε]] με τη σημ. της προστασίας, της υπεράσπισης, με την [[έννοια]] ότι οι γλουτοί έχουν έναν ρόλο προστατευτικό]. | ||
}} | |||
{{etym | |||
|etymtx=Grammatical information: f. pl.<br />Meaning: [[buttocks]], [[coccyx]] (Archipp.41).<br />Origin: GR [a formation built with Greek elements]<br />Etymology: Perh. as momentary formation or comic distortion from cross of [[κοχώνη]] and [[πρωκτός]] (Güntert Reimwortbildungen 122); or with [[πρό]]. | |||
}} | |||
{{FriskDe | |||
|ftr='''προχῶναι''': {prokhō̃nai}<br />'''Grammar''': f. pl.<br />'''Meaning''': [[die Hinterbacken]], [[die Steißbeine]] (Archipp.41).<br />'''Etymology''': Scheint als Augenblicksbildung oder komische Wortverdrehung durch Kreuzung von [[κοχώνη]] und [[πρωκτός]] entstanden zu sein (Güntert Reimwortbildungen 122).<br />'''Page''' 2,605 | |||
}} | }} |
Latest revision as of 12:35, 25 August 2023
English (LSJ)
αἱ, = γλουτοί 1, Archipp.41.
German (Pape)
[Seite 800] αἱ, die Hüften, das Steißbein, Archipp. com. bei Poll. 2, 183. Vgl. κοχώνη.
Greek (Liddell-Scott)
προχῶναι: -αἱ, οἱ γλουτοί, Λατ. coccygis (κοχώνη), Ἄρχιππ. ἐν «Ρίνωνι» 2.
Greek Monolingual
οἱ, Α
οι γλουτοί.
[ΕΤΥΜΟΛ. Πρόκειται μάλλον για κωμ. λ. αβέβαιης ετυμολ. Κατά μία άποψη, η λ. έχει προέλθει από συμφυρμό τών λ. κοχώνη «το μέρος μεταξύ τών σκελών και της έδρας, το περίνεο, γλουτός» και πρωκτός ή, κατ' άλλη άποψη, από τη λ. κοχώνη κατ' επίδραση του προ- είτε με την επιτατική του σημ. είτε με τη σημ. της προστασίας, της υπεράσπισης, με την έννοια ότι οι γλουτοί έχουν έναν ρόλο προστατευτικό].
Frisk Etymological English
Grammatical information: f. pl.
Meaning: buttocks, coccyx (Archipp.41).
Origin: GR [a formation built with Greek elements]
Etymology: Perh. as momentary formation or comic distortion from cross of κοχώνη and πρωκτός (Güntert Reimwortbildungen 122); or with πρό.
Frisk Etymology German
προχῶναι: {prokhō̃nai}
Grammar: f. pl.
Meaning: die Hinterbacken, die Steißbeine (Archipp.41).
Etymology: Scheint als Augenblicksbildung oder komische Wortverdrehung durch Kreuzung von κοχώνη und πρωκτός entstanden zu sein (Güntert Reimwortbildungen 122).
Page 2,605