στολίδι: Difference between revisions

From LSJ

Ὅμοια πόρνη δάκρυα καὶ ῥήτωρ ἔχει → Lacrumae oratori eaedem ac meretrici cadunt → Von Dirne und von Redner sind die Tränen gleich

Menander, Monostichoi, 426
(38)
 
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b>πρβλ\.<\/b> (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-\[\[)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(\]\])\)" to "πρβλ. $2$4)")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=το / [[στολίδιον]] ΝΜΑ<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> [[καθετί]] το οποίο κοσμεί ή διακοσμεί («η [[κόρη]] μου [[είναι]] το [[στολίδι]] του σπιτιού μου»)<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> «τα στολίδια του αϊνά»<br /><b>ναυτ.</b> ο [[τέρμονας]]<br /><b>νεοελλ.-μσν.</b><br />[[κόσμημα]]<br /><b>αρχ.</b><br />δερμάτινο [[χιτώνιο]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[στολή]] <span style="color: red;">+</span> υποκορ. κατάλ. -[[ίδιον]] (<b>πρβλ.</b> <i>σφαιρ</i>-[[ίδιον]])].
|mltxt=το / [[στολίδιον]] ΝΜΑ<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> [[καθετί]] το οποίο κοσμεί ή διακοσμεί («η [[κόρη]] μου [[είναι]] το [[στολίδι]] του σπιτιού μου»)<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> «τα στολίδια του αϊνά»<br /><b>ναυτ.</b> ο [[τέρμονας]]<br /><b>νεοελλ.-μσν.</b><br />[[κόσμημα]]<br /><b>αρχ.</b><br />δερμάτινο [[χιτώνιο]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[στολή]] <span style="color: red;">+</span> υποκορ. κατάλ. -[[ίδιον]] ([[πρβλ]]. [[σφαιρίδιον]])].
}}
}}

Latest revision as of 15:05, 8 May 2023

Greek Monolingual

το / στολίδιον ΝΜΑ
νεοελλ.
1. καθετί το οποίο κοσμεί ή διακοσμεί («η κόρη μου είναι το στολίδι του σπιτιού μου»)
2. φρ. «τα στολίδια του αϊνά»
ναυτ. ο τέρμονας
νεοελλ.-μσν.
κόσμημα
αρχ.
δερμάτινο χιτώνιο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < στολή + υποκορ. κατάλ. -ίδιον (πρβλ. σφαιρίδιον)].