χολιάρης: Difference between revisions

From LSJ

κρατίστην εἶναι δημοκρατίαν τὴν μήτε πλουσίους ἄγαν μήτε πένητας ἔχουσαν πολίτας → the best democracy is that in which the citizens are neither very rich nor very poor (Thales/Plutarch)

Source
(46)
 
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b>πρβλ\.<\/b> (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>)\)" to "πρβλ. $2$4)")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=ο, θηλ. χολιάρα και -<i>ού</i>, Ν<br />αυτός που οργίζεται [[συχνά]] ή αυτός που πικραίνεται εύκολα.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[χόλος]] / [[χολή]] <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>ιάρης</i> (<b>πρβλ.</b> <i>ερωτ</i>-<i>ιάρης</i>)].
|mltxt=ο, θηλ. χολιάρα και -<i>ού</i>, Ν<br />αυτός που οργίζεται [[συχνά]] ή αυτός που πικραίνεται εύκολα.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[χόλος]] / [[χολή]] <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>ιάρης</i> ([[πρβλ]]. [[ερωτιάρης]])].
}}
}}

Latest revision as of 17:00, 11 May 2023

Greek Monolingual

ο, θηλ. χολιάρα και -ού, Ν
αυτός που οργίζεται συχνά ή αυτός που πικραίνεται εύκολα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < χόλος / χολή + κατάλ. -ιάρης (πρβλ. ερωτιάρης)].