ἐγρηγορέω: Difference between revisions
From LSJ
Οὐκ ἔστιν εὑρεῖν βίον ἄλυπον οὐδενός → Vacuam invenire non datur vitam malis → Kein Leben lässt sich finden frei von jedem Leid
(2) |
|||
(2 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=egrigoreo | |Transliteration C=egrigoreo | ||
|Beta Code=e)grhgore/w | |Beta Code=e)grhgore/w | ||
|Definition=f.l. in < | |Definition=f.l. in [[Xenophon|X.]]''[[Cynegeticus|Cyn.]]''5.11, Arist.''Pr.''877a9, etc. | ||
}} | |||
{{DGE | |||
|dgtxt=pres. formado sobre ἐγρηγόρειν plusperf. de [[ἐγείρω]] [[despertarse]] οἱ ἐξονειρωγμοὶ ... ἐγρηγοροῦσι ... μετὰ πόνου Arist.<i>Pr</i>.877<sup>a</sup>9, ὁ μὴ εἰς σοφίαν ἐγρηγορῶν Clem.Al.<i>Paed</i>.2.2.27, cf. Arr.<i>Epict</i>.4.1.47, <i>Corp.Herm</i>.9.2. | |||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἐγρηγορέω''': [[τύπος]] εἰσαχθεὶς ὑπὸ τῶν ἀντιγραφέων καὶ εἰς τοὺς δοκίμους συγγραφεῖς, ὡς π.χ. εἰς Ξεν. Κυνηγ. 5. 11, Ἀριστ. Ἱστ. Ζ. 4. 10, 1, κτλ., ἀλλ’ ἤδη ἐν πλείστοις διωρθώθη ἐκ καλῶν χειρογρ., ἴδε Δινδ. ἐν Θησ. Στεφάνου. | |lstext='''ἐγρηγορέω''': [[τύπος]] εἰσαχθεὶς ὑπὸ τῶν ἀντιγραφέων καὶ εἰς τοὺς δοκίμους συγγραφεῖς, ὡς π.χ. εἰς Ξεν. Κυνηγ. 5. 11, Ἀριστ. Ἱστ. Ζ. 4. 10, 1, κτλ., ἀλλ’ ἤδη ἐν πλείστοις διωρθώθη ἐκ καλῶν χειρογρ., ἴδε Δινδ. ἐν Θησ. Στεφάνου. | ||
}} | }} | ||
{{elru | {{elru | ||
|elrutext='''ἐγρηγορέω:''' Arst. = [[ἐγρηγοράω]]. | |elrutext='''ἐγρηγορέω:''' Arst. = [[ἐγρηγοράω]]. | ||
}} | }} |
Latest revision as of 11:51, 7 November 2024
English (LSJ)
f.l. in X.Cyn.5.11, Arist.Pr.877a9, etc.
Spanish (DGE)
pres. formado sobre ἐγρηγόρειν plusperf. de ἐγείρω despertarse οἱ ἐξονειρωγμοὶ ... ἐγρηγοροῦσι ... μετὰ πόνου Arist.Pr.877a9, ὁ μὴ εἰς σοφίαν ἐγρηγορῶν Clem.Al.Paed.2.2.27, cf. Arr.Epict.4.1.47, Corp.Herm.9.2.
Greek (Liddell-Scott)
ἐγρηγορέω: τύπος εἰσαχθεὶς ὑπὸ τῶν ἀντιγραφέων καὶ εἰς τοὺς δοκίμους συγγραφεῖς, ὡς π.χ. εἰς Ξεν. Κυνηγ. 5. 11, Ἀριστ. Ἱστ. Ζ. 4. 10, 1, κτλ., ἀλλ’ ἤδη ἐν πλείστοις διωρθώθη ἐκ καλῶν χειρογρ., ἴδε Δινδ. ἐν Θησ. Στεφάνου.
Russian (Dvoretsky)
ἐγρηγορέω: Arst. = ἐγρηγοράω.