ἀπρόσθετος: Difference between revisions
From LSJ
τά δέ ἄνευ συμπλοκῆς, οἷον ἄνθρωπος, βοῦς, τρέχει, νικᾷ → and the simple forms of speech, for example: 'man', 'ox', 'runs', 'wins'
(3) |
m (LSJ1 replacement) |
||
(8 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=aprosthetos | |Transliteration C=aprosthetos | ||
|Beta Code=a)pro/sqetos | |Beta Code=a)pro/sqetos | ||
|Definition=ον, < | |Definition=ἀπρόσθετον, [[not added to]], Theol.Ar.30. | ||
}} | |||
{{DGE | |||
|dgtxt=-ον<br />[[que no tiene añadido o recargo]] δηνάρια <i>PDura</i> 29.8 (III d.C.), αἱ ἀγορασίαι Heph.Astr.3.6.4, cf. <i>Theol.Ar</i>.30. | |||
}} | |||
{{ls | |||
|lstext='''ἀπρόσθετος''': -ον, ὁ μὴ αὐξηθεὶς διὰ προσθέσεως, Θεολ. Ἀρ. 30C. | |||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=-η, -ο (Α [[ἀπρόσθετος]], -ον) [[προστίθημι]]<br />αυτός που δεν έχει προστεθεί, δεν έχει συμπεριληφθεί στην [[πρόσθεση]]<br /><b>αρχ.</b><br />[[εκείνος]] που δεν έχει αυξηθεί με [[πρόσθεση]]. | |||
}} | }} |
Latest revision as of 09:45, 25 August 2023
English (LSJ)
ἀπρόσθετον, not added to, Theol.Ar.30.
Spanish (DGE)
-ον
que no tiene añadido o recargo δηνάρια PDura 29.8 (III d.C.), αἱ ἀγορασίαι Heph.Astr.3.6.4, cf. Theol.Ar.30.
Greek (Liddell-Scott)
ἀπρόσθετος: -ον, ὁ μὴ αὐξηθεὶς διὰ προσθέσεως, Θεολ. Ἀρ. 30C.
Greek Monolingual
-η, -ο (Α ἀπρόσθετος, -ον) προστίθημι
αυτός που δεν έχει προστεθεί, δεν έχει συμπεριληφθεί στην πρόσθεση
αρχ.
εκείνος που δεν έχει αυξηθεί με πρόσθεση.