переход: Difference between revisions

From LSJ

τὸ τῆς πάλαι ποτε φύσεως ξύντροφον → the congenital property of nature

Source
(5)
 
m (Text replacement - "]] ;;" to "]],")
 
(One intermediate revision by the same user not shown)
Line 1: Line 1:
{{ruel
{{ruel
|rueltext=[[ἔκβασις]], [[σταθμός]], [[μετάπτωσις]], [[μετάθεσις]], [[παράβασις]], [[μετάβασις]], [[μεταβατικόν]], [[διάβασις]], [[περαίωσις]], [[πέρασις]], [[ὑπερβολή]], [[μεταβολή]], [[πάροδος]], [[μεταλλαγή]], [[μεταλλαγά]], [[διάνυσμα]], [[βάσις]], [[πορεία]]
|rueltext=[[ἔκβασις]], [[σταθμός]], [[μετάπτωσις]], [[μετάθεσις]], [[παράβασις]], [[μετάβασις]], [[μεταβατικόν]], [[διάβασις]], [[περαίωσις]], [[πέρασις]], [[ὑπερβολή]], [[μεταβολή]], [[πάροδος]], [[μεταλλαγή]], [[μεταλλαγά]], [[διάνυσμα]], [[βάσις]], [[πορεία]], [[καμπή]], [[ὁδός]]
}}
}}

Latest revision as of 18:15, 18 October 2019