приобретать: Difference between revisions
From LSJ
βορβόρῳ δ' ὕδωρ λαμπρὸν μιαίνων οὔποθ' εὑρήσεις ποτόν → once limpid waters are stained with mud, you'll never find a drink
(6) |
(DvTab) |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{ruel | {{ruel | ||
|rueltext=[[ἀνακτάομαι]], [[ἐκφέρω]], [[ἐμπολάω]], [[κερδαίνω]], [[μηχανάω]], [[μηχανάομαι]], [[μηχανέομαι]], [[ἐπαναιρέω]], [[συνεκλέγομαι]], [[ἐξωνέομαι]], [[λαμβάνω]], [[κτεατίζω]], [[κατακτάομαι]], [[κτάομαι]], [[κτέομαι]], [[ὠνέομαι]], [[ποιέω]], [[ἐπικτάομαι]], [[εἰσκτάομαι]], [[παρακτάομαι]], [[πάομαι]], [[συγκομίζω]], [[περιποιέω]], [[ἐγκατασκευάζω]] | |rueltext=[[ἀναλαμβάνω]], [[θηράω]], [[κομίζω]], [[κατεργάζομαι]], [[ἀποφέρω]], [[συνίστημι]], [[ἀνακτάομαι]], [[ἐκφέρω]], [[ἐμπολάω]], [[κερδαίνω]], [[μηχανάω]], [[μηχανάομαι]], [[μηχανέομαι]], [[ἐπαναιρέω]], [[συνεκλέγομαι]], [[ἐξωνέομαι]], [[λαμβάνω]], [[κτεατίζω]], [[κατακτάομαι]], [[κτάομαι]], [[κτέομαι]], [[ὠνέομαι]], [[ποιέω]], [[ἐπικτάομαι]], [[εἰσκτάομαι]], [[παρακτάομαι]], [[πάομαι]], [[συγκομίζω]], [[περιποιέω]], [[ἐγκατασκευάζω]], [[αἴρω]], [[καρπόω]], [[ἐφέλκω]], [[ἐπισπάω]], [[μεταβάλλω]] | ||
}} | }} |
Latest revision as of 09:20, 15 October 2019
Russian > Greek
ἀναλαμβάνω, θηράω, κομίζω, κατεργάζομαι, ἀποφέρω, συνίστημι, ἀνακτάομαι, ἐκφέρω, ἐμπολάω, κερδαίνω, μηχανάω, μηχανάομαι, μηχανέομαι, ἐπαναιρέω, συνεκλέγομαι, ἐξωνέομαι, λαμβάνω, κτεατίζω, κατακτάομαι, κτάομαι, κτέομαι, ὠνέομαι, ποιέω, ἐπικτάομαι, εἰσκτάομαι, παρακτάομαι, πάομαι, συγκομίζω, περιποιέω, ἐγκατασκευάζω, αἴρω, καρπόω, ἐφέλκω, ἐπισπάω, μεταβάλλω