переправляться: Difference between revisions
From LSJ
Κακοῦ μεταβολὴν ἀνδρὸς οὐ δεῖ προσδοκᾶν → Non exspectandus improbi flexus viri → Auf Wandel eines schlechten Mannes warte nicht
(5) |
m (Text replacement - "]] ;;" to "]],") |
||
(One intermediate revision by the same user not shown) | |||
Line 1: | Line 1: | ||
{{ruel | {{ruel | ||
|rueltext=[[συνδιαβαίνω]], [[διαβάλλω]], [[πορθμεύω]], [[διαπεραιόω]], [[διαπορεύω]], [[διαπορθμεύω]], [[περαιόω]], [[ἐπιδιαβαίνω]], [[ἀποπεράω]], [[διεκβάλλω]], [[διαπεράω]], [[διεκπεράω]], [[διαβαίνω]] | |rueltext=[[συνδιαβαίνω]], [[διαβάλλω]], [[πορθμεύω]], [[διαπεραιόω]], [[διαπορεύω]], [[διαπορθμεύω]], [[περαιόω]], [[ἐπιδιαβαίνω]], [[ἀποπεράω]], [[διεκβάλλω]], [[διαπεράω]], [[διεκπεράω]], [[διαβαίνω]], [[διαίρω]] | ||
}} | }} |
Latest revision as of 18:35, 18 October 2019
Russian > Greek
συνδιαβαίνω, διαβάλλω, πορθμεύω, διαπεραιόω, διαπορεύω, διαπορθμεύω, περαιόω, ἐπιδιαβαίνω, ἀποπεράω, διεκβάλλω, διαπεράω, διεκπεράω, διαβαίνω, διαίρω