λαοπρόβλητος: Difference between revisions
From LSJ
Τὸ νικᾶν αὐτὸν αὑτὸν πασῶν νικῶν πρώτη τε καὶ ἀρίστη. Τὸ δὲ ἡττᾶσθαι αὐτὸν ὑφ' ἑαυτοῦ πάντων αἴσχιστόν τε ἅμα καὶ κάκιστον. → Τo conquer yourself is the first and best victory of all, while to be conquered by yourself is of all the most shameful as well as evil
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(\[\[πρβλ\]\]\. )(<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-\[\[)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(\]\]), (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-\[\[)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(\]\])" to "πρβλ. $3$5, $8$10") |
|||
Line 1: | Line 1: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=-η, -ο<br />αυτός που αναδείχθηκε από τον λαό, ο [[εκλεκτός]] του λαού («[[λαοπρόβλητος]] [[ηγέτης]]»).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>λαο</i>- <span style="color: red;">+</span> -[[πρόβλητος]] (<span style="color: red;"><</span> <i>προ</i>-[[βάλλω]]), [[πρβλ]]. | |mltxt=-η, -ο<br />αυτός που αναδείχθηκε από τον λαό, ο [[εκλεκτός]] του λαού («[[λαοπρόβλητος]] [[ηγέτης]]»).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>λαο</i>- <span style="color: red;">+</span> -[[πρόβλητος]] (<span style="color: red;"><</span> <i>προ</i>-[[βάλλω]]), [[πρβλ]]. [[εθνοπρόβλητος]], [[θεοπρόβλητος]]. Η λ. μαρτυρείται από το 1897 στο <i>Λεξικόν Ελληνογαλλικόν</i> του Άγγ. Βλάχου]. | ||
}} | }} |
Latest revision as of 07:50, 24 August 2021
Greek Monolingual
-η, -ο
αυτός που αναδείχθηκε από τον λαό, ο εκλεκτός του λαού («λαοπρόβλητος ηγέτης»).
[ΕΤΥΜΟΛ. < λαο- + -πρόβλητος (< προ-βάλλω), πρβλ. εθνοπρόβλητος, θεοπρόβλητος. Η λ. μαρτυρείται από το 1897 στο Λεξικόν Ελληνογαλλικόν του Άγγ. Βλάχου].