αριστείο: Difference between revisions

From LSJ

ἡ ὑπόστασίς μου ὡσεὶ οὐθὲν ἐνώπιόν σου → my life is as nothing in respect to you, my life is nothing in thy reckoning

Source
m (Text replacement - "εῑον" to "εῖον")
m (Text replacement - "εῑα" to "εῖα")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=, το (Α άριστεῑα, τα κ. ιων. -ήϊα) [[αριστεύω]]<br />η [[αμοιβή]], το έπαθλο που απονέμεται για [[ανδρεία]] ή [[γενναιοφροσύνη]]<br /><b>νεοελλ.</b><br />το πρώτο [[βραβείο]], τα [[πρωτεία]] για [[επίδοση]] και [[υπεροχή]] στις σπουδές ή στην κοινωνική και [[ηθική]] [[κυρίως]] [[δράση]]<br /><b>αρχ.</b><br />(στον ενικό) <i>τὸ ἀριστεῖον</i><br />[[μνημείο]] ανδρείας ή γενναιότητας.
|mltxt=, το (Α άριστεῖα, τα κ. ιων. -ήϊα) [[αριστεύω]]<br />η [[αμοιβή]], το έπαθλο που απονέμεται για [[ανδρεία]] ή [[γενναιοφροσύνη]]<br /><b>νεοελλ.</b><br />το πρώτο [[βραβείο]], τα [[πρωτεία]] για [[επίδοση]] και [[υπεροχή]] στις σπουδές ή στην κοινωνική και [[ηθική]] [[κυρίως]] [[δράση]]<br /><b>αρχ.</b><br />(στον ενικό) <i>τὸ ἀριστεῖον</i><br />[[μνημείο]] ανδρείας ή γενναιότητας.
}}
}}

Latest revision as of 15:05, 27 September 2022

Greek Monolingual

, το (Α άριστεῖα, τα κ. ιων. -ήϊα) αριστεύω
η αμοιβή, το έπαθλο που απονέμεται για ανδρεία ή γενναιοφροσύνη
νεοελλ.
το πρώτο βραβείο, τα πρωτεία για επίδοση και υπεροχή στις σπουδές ή στην κοινωνική και ηθική κυρίως δράση
αρχ.
(στον ενικό) τὸ ἀριστεῖον
μνημείο ανδρείας ή γενναιότητας.