τέτραμος: Difference between revisions

From LSJ
m (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3")
m (LSJ1 replacement)
 
(One intermediate revision by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=tetramos
|Transliteration C=tetramos
|Beta Code=te/tramos
|Beta Code=te/tramos
|Definition=ὁ, = [[τρόμος]], <span class="bibl">Hp.<span class="title">Morb.</span>1.24</span> (cod. θ), Erot.; cf. [[τέτρομος]].
|Definition=ὁ, = [[τρόμος]], Hp.''Morb.''1.24 (cod. θ), Erot.; cf. [[τέτρομος]].
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=ὁ, Α<br />[[τρόμος]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Η λ. ανάγεται στη συνεσταλμένη [[βαθμίδα]] [[τραμ]]- του θ. <i>τρεμ</i>- του ρ. [[τρέμω]] και εμφανίζει επιτατικό αναδιπλασιασμό <i>τε</i>- (<b>πρβλ.</b> <i>τέ</i>-<i>τανος</i>)].
|mltxt=ὁ, Α<br />[[τρόμος]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Η λ. ανάγεται στη συνεσταλμένη [[βαθμίδα]] [[τραμ]]- του θ. <i>τρεμ</i>- του ρ. [[τρέμω]] και εμφανίζει επιτατικό αναδιπλασιασμό <i>τε</i>- ([[πρβλ]]. [[τέτανος]])].
}}
}}
{{FriskDe
{{FriskDe
|ftr='''τέτραμος''': -[[μαίνω]]<br />{tétramos}<br />'''See also''': s. [[τρέμω]].<br />'''Page''' 2,885
|ftr='''τέτραμος''': -[[μαίνω]]<br />{tétramos}<br />'''See also''': s. [[τρέμω]].<br />'''Page''' 2,885
}}
}}

Latest revision as of 13:18, 25 August 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: τέτρᾰμος Medium diacritics: τέτραμος Low diacritics: τέτραμος Capitals: ΤΕΤΡΑΜΟΣ
Transliteration A: tétramos Transliteration B: tetramos Transliteration C: tetramos Beta Code: te/tramos

English (LSJ)

ὁ, = τρόμος, Hp.Morb.1.24 (cod. θ), Erot.; cf. τέτρομος.

Greek Monolingual

ὁ, Α
τρόμος.
[ΕΤΥΜΟΛ. Η λ. ανάγεται στη συνεσταλμένη βαθμίδα τραμ- του θ. τρεμ- του ρ. τρέμω και εμφανίζει επιτατικό αναδιπλασιασμό τε- (πρβλ. τέτανος)].

Frisk Etymology German

τέτραμος: -μαίνω
{tétramos}
See also: s. τρέμω.
Page 2,885