seguridad: Difference between revisions
From LSJ
ὁπόσον τῷ ποδὶ περρέχει τᾶς γᾶς, τοῦτο χάρις → every inch of his stature is grace, from top to toe he's a complete charmer
mNo edit summary |
mNo edit summary |
||
(One intermediate revision by the same user not shown) | |||
Line 1: | Line 1: | ||
{{esel | {{esel | ||
|sltx=[[ | |sltx=[[ἀβλάβεια]], [[ἀβλαβία]], [[ἄδεια]], [[ἀμεριμνία]], [[ἀπημονίη]], [[ἀπημοσύνη]], [[ἀρραβών]], [[ἀσαλέα]], [[ἀσυλία]], [[ἀσφάλεια]], [[ἀσφάλειος]], [[ἀτρεμιότης]], [[ἀψεύδεια]], [[βεβαιότης]], [[γνῶμα]], [[διαβεβαίωσις]], [[εἰρήνη]], [[ἐκβεβαίωσις]], [[ἐκθάρρησις]], [[ἐκθάρσημα]], [[ἐνέγγυον]], [[τὸ ἀδεές]], [[τὸ ἀδιαμάρτητον]], [[τὸ ἀκίνδυνον]], [[τὸ ἀνεπιβούλευτον]], [[τὸ ἀσφαλές]], [[τὸ βέβαιον]] | ||
}} | }} |
Latest revision as of 11:08, 6 January 2023
Spanish > Greek
ἀβλάβεια, ἀβλαβία, ἄδεια, ἀμεριμνία, ἀπημονίη, ἀπημοσύνη, ἀρραβών, ἀσαλέα, ἀσυλία, ἀσφάλεια, ἀσφάλειος, ἀτρεμιότης, ἀψεύδεια, βεβαιότης, γνῶμα, διαβεβαίωσις, εἰρήνη, ἐκβεβαίωσις, ἐκθάρρησις, ἐκθάρσημα, ἐνέγγυον, τὸ ἀδεές, τὸ ἀδιαμάρτητον, τὸ ἀκίνδυνον, τὸ ἀνεπιβούλευτον, τὸ ἀσφαλές, τὸ βέβαιον