ἐκθάρσημα

From LSJ

τοῖς πράγμασιν γὰρ οὐχὶ θυμοῦσθαι χρεών· μέλει γὰρ αὐτοῖς οὐδέν· ἀλλ' οὑντυγχάνων τὰ πράγματ' ὀρθῶς ἂν τιθῇ, πράξει καλῶς → It does no good to rage at circumstance; events will take their course with no regard for us. But he who makes the best of those events he lights upon will not fare ill.

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἐκθάρσημα Medium diacritics: ἐκθάρσημα Low diacritics: εκθάρσημα Capitals: ΕΚΘΑΡΣΗΜΑ
Transliteration A: ekthársēma Transliteration B: ektharsēma Transliteration C: ektharsima Beta Code: e)kqa/rshma

English (LSJ)

-ατος, τό, ground for confidence, Plu.2.1103a.

Spanish (DGE)

-ματος, τό
confianza, seguridad τῷ μὲν Ἐπικούρῳ καὶ Μητρόδωρος καὶ Πολύαινος ... ἐ. ... ἦσαν tanto Metrodoro como Polieno eran fuente de confianza para Epicuro Plu.2.1103a.

German (Pape)

[Seite 760] τό, Ermutigung, Plut. Non posse 22.

French (Bailly abrégé)

ατος (τό) :
élan de confiance, confiance.
Étymologie: ἐκθαρσέω.

Russian (Dvoretsky)

ἐκθάρσημα: ατος τό то, что придает бодрости, опора, поддержка (ἐ. καὶ γῆθος εἶναί τινι Plut.).

Greek (Liddell-Scott)

ἐκθάρσημα: τό, λόγος, αἰτία πεποιθήσεως, ὁ λόγος δι’ ὃν ἔχει τις πεποίθησιν, Πλούτ. 2. 1103 Α.

Greek Monolingual

ἐκθάρσημα, το (Α)
αυτό που εμπνέει εμπιστοσύνη.